Θυμάμαι πριν από 3 χρόνια, όταν καβατζάριζα τα 50, ζούσα από καιρό μόνος σ` ένα μέρος κοντά στη θάλασσα κι ένιωθα κι ο ίδιος λίγο σαν πλεούμενο. Τι είδους πλεούμενο δεν ήξερα, ήξερα όμως ότι χρειάζομαι κάμποσα μερεμέτια και λίγο ματσακόνι. Πάντα μου πίστευα πως θα έκλεινα τα 50 μου χρόνια ανάμεσα σε 50 φίλους, και να που είχα βρεθεί ολομόναχος. Τουλάχιστον έφτασα τα 50 κι αυτό ήταν κάτι. Κάτι; Για μένα ήταν πάρα πολύ. Γιατί από την εποχή εκείνη είχα αρχίσει να συνειδητοποιώ, πέρα από την έξαψη και τους ξέφρενους ρυθμούς, τη γλύκα της ζωής.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]