Η φαντασία προβάλλεται ως άρση της πραγματικότητας, ως άρνησή της. Στηλιτεύεται ως αξιοχλεύαστη φυγή, αν όχι ως δειλία και αδυναμία και παραίτηση, επειδή δεν συμβιβάζεται με την έλλογη πρακτικότητα που η ευθύνη απαιτεί όταν συζητούμε και αποφασίζουμε για σοβαρά πράγματα όπως η κατασκευή και η προοπτική της πολιτείας μας.
Και όμως, για τους νομικούς (και όχι μόνον) ιδεολόγους της Ελλάδας του 19ου αιώνα, η φαντασία τους ήταν, τελικά, ο πραγματισμός και το πρακτικό μέτρο για να ενσωματωθούμε, ως και εμείς οι σημερινοί, στο πλέον ανεπτυγμένο πολιτικά, οικονομικά και πολιτισμικά ευρωπαϊκό πρότυπο κρατικά οργανωμένης κοινωνικής συμβίωσης. Το παρόν βιβλίο είναι ένα σχόλιο σχετικά με τις επιπτώσεις της μεταπλαστικής δύναμης επινοημένων νοητικών εικόνων στην διαδικασία σχηματισμού συλλογικής ταυτότητας, όταν η ταυτότητα αυτή δεν υπάρχει ή δεν έχει την μορφή που θα θέλαμε.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]