`Το συνοικιακό μπαρ είχε αδειάσει από νωρίς. Μόνο μια παρέα τριών ατόμων. Η κουβέντα δεν άφησε κανέναν να καταλάβει το πέρασμα της ώρας. Αλλά σε λίγο θα έφευγαν και η ώρα θα γινόταν σαφής· πάντοτε το σε λίγο, πάντοτε οι ώρες. Τα τζάμια είχαν θολώσει απ` το κρύο. Και καθώς η φωτιά σιγόκαιγε, οι πρώτες αχτίδες έκαναν την εμφάνισή τους στον ορίζοντα. Πάντα οι αχτίδες. Πάντοτε οι αχτίδες έρχονται να φωτίσουν τον ορίζοντα.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]