Γιατί σήμερα μια συζήτηση για τους μετέωρους χώρους της ετερότητας; Ποιες πρακτικές, ποια γεγονότα και ποιες χωρικές σχέσεις επιχειρεί να συλλάβει; Στις σύγχρονες κοινωνίες, οι σχέσεις ανάμεσα σε οριοθετημένες ετερότητες οργανώνονται μέσα από αυστηρά επιβλεπόμενες ταξινομήσεις συμπεριφορών και χώρων, σύμφωνα με το κυρίαρχο μοντέλο της `πόλης των θυλάκων`. Ο θύλακος δεν είναι παρά ο χώρος εγκλεισμού της ετερότητας, είτε πρόκειται για καταδίκη (γκέτο), είτε για προνόμιο (προστατευόμενες συνοικίες), είτε για προϋπόθεση της κατευθυνόμενης κατανάλωσης (ελεγχόμενα κτίρια κοινωνικής αναψυχής ή αγορές).
Αν τα όρια του πραγματικού επιβλέπονται από κοινωνικές ρυθμίσεις και εγχαράξεις, οι μετέωροι χώροι της ετερότητας μπορούν τούτα τα όρια να τα διαρρήξουν. Οι χώροι αυτοί συμβαίνουν μάλλον παρά υπάρχουν κάπου, όπως τείνουμε να πιστεύουμε για τα κτίρια μιας πόλης.
Ιδρύονται ως περάσματα, ως χώροι σύγκρισης, ως σχέσεις επίσκεψης και διάβασης από το οικείο στο έτερο. Γι` αυτό μπορούν να φέρνουν σε επαφή διαφορετικές επικράτειες της εμπειρίας, της φαντασίας και της μνήμης, οι οποίες αποκτούν ιστορία και σημασία ανάλογα με εκείνους που τις κατοικούν.
Αν έχει νόημα να αναζητούμε ένα μέλλον της ανθρώπινης χειραφέτησης, σήμερα όσο ποτέ είναι απαραίτητο να διδαχτούμε από τους τρόπους που η ανάγκη όσο και τα όνειρα των ανθρώπων γεννούν μετέωρους χώρους της ετερότητας, καθώς εξερευνούν μικρές και μεγάλες ρήξεις στην τυποποιητική περίμετρο της ζωής τους. Στη δυνατότητα η κατοίκηση να συμβαίνει όχι μόνο στους ασφαλείς χώρους του οικείου αλλά και στους μετέωρους χώρους του έτερου ίσως να κρίνεται το μέλλον. Η αναρώτηση για το χώρο γίνεται έτσι μια αναρώτηση πολιτική. Και στις μορφές του χώρου όπου πλάθονται διαφορετικές σχέσεις με την ετερότητα μπορεί να ανιχνευτούν διαφορετικές προοπτικές για την ανθρώπινη κοινωνία.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]