Όταν πρωτοδιάβασα - εδώ και εικοσιέξι χρόνια - τη «Νίκη του Παπαδιαμάντη» στην Καθημερινή, αισθάνθηκα την ανάγκη να χορέψω «μ` ένα τύμπανον τερπνόν». Αν ζούσε στην πόλη μας ο Νίκος Φωκάς, θα έτρεχα να τον ασπαστώ. Είχε αλαφρώσει και η ψυχή και το κορμί. Όχι, δεν με τρώγαν ούτε πριν από την ανάγνωση οι αμφιβολίες. Ήξερα πως τα κύματα θα πήγαιναν μια εδώθε και εκείθε το σκήνωμα του Παπαδιαμάντη, όμως εκείνο δεν έμελλε να καταποντιστεί, πορευόταν προς τον άνω βυθόν. Εντούτοις, το γραφτό του Φωκά δε μ` έθελξε απλώς αλλά και με παραμύθησε: αν τον παλιό καιρό οι ελαφροΐσκιωτοι - και όσοι είχαν καθαρή καρδιά - έβλεπαν την ψυχή του βασιλόπουλου σαν σπίθα επιλογής εις το κύμα, υπάρχουν, είπα χαρούμενος, και στα χρόνια μας οι ποιητές, που βλέπουν τον Παπαδιαμάντη σαν γολετί ή σαν τρεχαντηράκι. Ένας τους - και από τους καλύτερους - ο Νίκος Φωκάς.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]