Τι νάναι αυτό που φέγγει στο σκοτάδι
νάναι άραγε ήλιος.
Ένας άνθρωπος καίγεται
ένας άνθρωπος φωτίζει τη νύχτα
ολόρθος σ` ένα φυλάκιο φωτίζει τη νύχτα
τον αλείψαν πετρέλαιο
και τον άναψαν
άναψε κι όλας μια μεγάλη φωτιά
στον κόσμο
πάμε να ζεσταθούμε απόψε
να δούμε λίγο ουρανό
να δούμε μήπως έχουμε πεθάνει
και αυτά τα δυο παιδιά
αυτοί οι δυο ξυλιασμένοι φαντάροι
να δούνε την ώρα
να δούνε ότι είναι η ώρα
που κανένα ρολόι δεν έδειξε ποτέ
που κανείς δεκανέας της αλλαγής
δεν υπάρχει
να δούνε ότι είναι η ώρα
η ώρα η πιο βαθειά της νύχτας
που ξαναγινόμαστε άνθρωποι.