"Στις δύσκολες στιγμές χαμογελούσε και σήκωνε εκείνους τους ώμους που ήταν μεγάλοι σαν λόφοι. "Έχει ο Θεός", έλεγε και συνέχιζε. Ένας θεός διαφορετικός από τον άγριο, σαδιστή, εκδικητικό θεό της κυρα-Ξένιας και του Μούσα. Ο δικός του ήταν παιχνιδιάρης σαν τον ίδιο. Μόνο που, αντί με κορίνες και μπαλάκια, έπαιζε με ανθρώπινες ζωές. Τις στριφογύριζε, τις πέταγε ψηλά κι όταν του έπεφταν κι έσπαζαν, γελούσε σκανταλιάρικα και συνέχιζε το παιχνίδι του. Μέχρι που έσπασε κι εκείνη του Λάζαρου, κι όλοι αυτοί που υποτίθεται πως τον αγαπούσαν ούτε τα κομμάτια του δεν έσκυβαν να μαζέψουν."
Μια χώρα στα πρόθυρα της κρίσης, μια πόλη σε βαθιά κρίση ταυτότητας και ένας (αντι)ήρωας που θα κρίνει την εξιχνίαση ενός εγκλήματος. Η "Μαύρη μπίρα" είναι η ιστορία του Αντρέα, ενός πλανόδιου μουσικού που αποφασίζει να βρει χρήματα για να θάψει τον Λάζαρο, καλλιτέχνη του δρόμου, ο οποίος δολοφονήθηκε. Στην πορεία όμως ο θάνατος του Λάζαρου γίνεται η αφορμή για την "ανάσταση" του Αντρέα. Ένα αστυνομικό μυθιστόρημα χωρίς αστυνομικούς, διανθισμένο με μικρές, αληθινές ιστορίες, που περνούν στα ψιλά των εφημερίδων και φανερώνουν το νουάρ πρόσωπο της Αθήνας.