ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ
Κλεινόταν στον εαυτό του από νωρίς.
Σε μπαρουταποθήκη αισθημάτων φώλιαζε
κι όταν πλησίαζαν οι ακάλεστες ειδήσεις
έβαζε τη φωτιά.
Πυροτεχνήματα οργής θα πεις
χωρίς φυτίλι βραδύκαυστο.
Αλλά το ψέμα του στ` αλήθεια καιγόταν.
Οι κόρες των ματιών του εδώ εκεί
στάχτες ποθούσαν στάχτες αναπιάνανε.
Αυτοδιαπόμπευση και λιθοβολισμός δηλαδή
με λόγια στρογγυλά και ασήκωτα.
Αργά διαβάστε τον τώρα, φωναχτά.
Ο πιο ολόκληρος που έτυχε ποτέ.
Με θερμό βοριά και μ` έκλειψη
διαβάστε τον τώρα.
Στη λεωφόρο αύριο δεν θα κλίνετε τ όνομά του.
Ο Σαμουήλ καλόγερος δεν ήταν, θα λέτε.
Ένας κατά κόσμον κομμάτια-κομμάτια επίτηδες
(ο που λεξούλες τις στάχτες του ζύμωσε).
Ένας κατά κόσμον αήσκιωτος μόνο, θα λέτε.