Παρ` όλο που δεν υπάρχουν ούτε φοίνικες ούτε δρομάδες, παρ` όλο που ο ταξιδιώτης που περιμένει να συναντήσει υγρή ζέστη κινδυνεύει να βρεθεί σε μια χιονοθύελλα που έρχεται κατευθείαν από τη ρώσικη στέππα, παρ` όλο που ο ερασιτέχνης, ο εξωτισμός του οποίου φτάνει μέχρι τη βόρεια όχθη της Μεσογείου, κινδυνεύει να εκπλαγεί από το μακρόστενο σχήμα των μιναρέδων, η Ισταμπούλ εξακολουθεί να παραμένει στις παραμονές του πολέμου του 1914, η πεμπτουσία της Ανατολής. Ένας σουλτάνος-χαλίφης συγκατοικεί εκεί με τον Οικουμενικό Πατριάρχη των Αρμενίων και έναν νούντσιο του πάπα, χωρίς να υπολογίζουμε τον Αρχιεπίσκοπο των καθολικών Αρμενίων, το μεγάλο ραβίνο ή τον εκπρόσωπο της βουλγαρικής Εξαρχείας. Οι Βούλγαροι έχτισαν στις όχθες του Κερατίου Κόλπου, δυο βήματα από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, μια λυόμενη εκκλησία, τα τμήματα της οποίας μεταφέρθηκαν από τη Βιέννη, κατεβαίνοντας το Δούναβη και διαπλέοντας τη Μαύρη Θάλασσα. Τίποτα πιο ενοχλητικό για τον Πατριάρχη των Ελλήνων. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]