Τον Φλεβάρη του 1875 και ενώ ζούσε στο Λονδίνο, ο Μαρξ προς μεγάλη του έκπληξη πληροφορείται ότι στις 14 και 15 του ίδιου μήνα, 73 εκπρόσωποι της «Γενικής Εργατικής Ένωσης» που ασπάζονταν τις απόψεις του Λασάλ -απόψεις με τις οποίες επανειλημμένως είχε έρθει σε αντίθεση- και 56 εκπρόσωποι του «Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος» με απόψεις πολύ κοντά σ` αυτές του Μαρξ, συναντήθηκαν στη μικρή πόλη της Γκότα, για να επεξεργαστούν από κοινού ένα πρόγραμμα και να προετοιμάσουν τη συγχώνευση των δύο κομμάτων σε ένα, στο «Γερμανικό Εργατικό Κόμμα».
Ο Μαρξ, στη σκέψη ότι όλοι θα τον κατηγορήσουν ότι συμφώνησε σ` ένα πρόγραμμα τόσο αντίθετο με τις απόψεις του, γίνεται έξαλλος.
Η ιστορία των περιπετειών της «Κριτικής στο πρόγραμμα της Γκότα» είναι εντυπωσιακή: Η ηγεσία του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος απαγόρευσε τη δημοσίευση της, στην επίσημη εφημερίδα του κόμματος παρά τις προσπάθειες του Ένγκελς με το πρόσχημα ότι κάτι τέτοιο «θα έβλαπτε την ενότητα με τους συντρόφους που πρόσκεινται στις απόψεις του Λασάλ».
Η κριτική αυτή δημοσιεύτηκε μετά από... 13 ολόκληρα χρόνια, μετά από επίμονες διαπραγματεύσεις του Ένγκελς μ` αυτή την ίδια ηγεσία. Για 13 ολόκληρα χρόνια τα εκατομμύρια των κομμουνιστών σ` όλη την Ευρώπη αγνοούσαν ότι ο Μαρξ διαφωνούσε με την πολιτική του Γερμανικού Εργατικού Κόμματος!
Και ποια ήταν αυτή η πολιτική; Η σταδιακή εγκατάλειψη της έννοιας της κοινωνίας των πολιτών για μια γενικευμένη δημοκρατική αυτοδιαχείριση με ανακλητούς εκπροσώπους και με απώτερο σκοπό την αποδόμηση της Γραφειοκρατίας και του Κράτους. Από δω και πέρα όλοι οι αγώνες προσανατολίσθηκαν απλά και μόνο σε ένα πιο «κοινωνικό κράτος».
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Μαρξ τελειώνει την κριτική του με τα εντυπωσιακά λόγια: «Dixi et salvavi animam meam» (είδα και έσωσα την ψυχή μου). Μερικά χρόνια αργότερα ο Ένγκελς σ` ένα γράμμα του στον Μπέμπελ εξηγούσε ότι «ο Μαρξ ήθελε να δείξει μ` αυτά τα λόγια ότι δεν ήλπιζε ότι θα έπειθε την ηγεσία του νέου κόμματος να αλλάξει το πρόγραμμα του, απλά ήθελε να είναι ήσυχος με τη συνείδηση του».