Αγέραστη η ψυχή ανεβοκατεβαίνει ξανά και ξανά στης θύμησης τη σκάλα και στήνει από την αρχή γλυκόπικρες ιστορίες που μιλούν για τον αγώνα της ζωής, για τη δίψα της γνώσης, για κίβδηλες προσπάθειες ανόδου, για σκιρτήματα καρδιάς στη νιότη, για φωτεινές, καθυστερημένες ευκαιρίες, για άτυχη αγάπη αλλά και για παντοτινή, με ή χωρίς τροφοδότηση, για ανέλπιστη τύχη, για άκαιρα συμπεράσματα.
Αγέραστη η ψυχή δεν σταματά να ονειρεύεται, να περιμένει και να δηλώνει με τα λόγια του Τάσου Λειβαδίτη:
`Κάθε τόσο ανοίγω το ερμάρι και βεβαιώνομαι πως το παιδικό μου χέρι είναι ακόμα εκεί. Και κάποτε θα μου χτυπήσει το τζάμι`.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]