«Αναζητώντας την αφετηρία της συμμετοχής των γονέων στο σχολείο και τη συνεργασία τους με τους εκπαιδευτικούς σε παγκόσμιο επίπεδο, διαπιστώνουμε ότι ούτε αντικείμενο επιστημονικής μελέτης αποτελούσε έως τα μέσα του αιώνα μας ούτε ιδιαίτερα απασχολούσε σε επίπεδο καθημερινής πρακτικής τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς και τους πολιτικούς. Ακόμη και μετά την μεταπολεμική περίοδο ήταν κυρίαρχη η άποψη περί `κλειστών θυρών`, σύμφωνα με την οποία αποκλειόταν η παρουσία των γονέων στο σχολείο, επειδή θα εμπόδιζε τους εκπαιδευτικούς στην επιτέλεση των καθηκόντων τους λόγω της έλλειψης επαγγελματικής κρίσης από πλευράς γονέων, η οποία οφείλεται αφενός στο ότι έχουν συναισθηματικούς δεσμούς με τα παιδιά τους και αφετέρου στο ότι στερούνται επαγγελματικής εκπαίδευσης. Η άποψη αυτή αντανακλούσε ώς έναν βαθμό τις κοινωνιολογικές θεωρίες που υποστήριζαν ότι οι οικογένειες και η μεγάλης κλίμακας γραφειοκρατίες, οι οποίες λειτουργούν με καθολικά - αξιοκρατικά κριτήρια, πρέπει να τηρούν τις αποστάσεις μεταξύ τους αν θέλουν να λειτουργούν αποτελεσματικά. Στην αρνητική στάση απέναντι στη συμμετοχή των γονέων στο σχολείο και στη συνεργασία τους με τους εκπαιδευτικούς συνέβαλε και η άποψη ότι αποκλειστικό καθήκον του σχολείου είναι να διδάσκει και όχι να ενδιαφέρεται για την προσαρμογή του παιδιού έξω από αυτό, αμφισβητώντας έτσι το ρόλο και την αξία των πληροφοριών που μπορούν να αποκτήσουν οι εκπαιδευτικοί για τους μαθητές τους από τους γονείς». (...)
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]