"Και μετά, το καλοκαίρι, ο πόλεμος προσπάθησε να μας σκοτώσει καθώς η ζέστη ξεθώριαζε όλα τα χρώματα από τις πεδιάδες... Προσπαθούσε να μας σκοτώσει κάθε μέρα, αλλά δεν τα είχε καταφέρει. Όχι πως η ασφάλειά μας ήταν εγγυημένη. Δεν προοριζόμασταν να επιζήσουμε. Η αλήθεια είναι πως δεν προοριζόμασταν για τίποτα. Ο πόλεμος θα έπαιρνε ό,τι μπορούσε. Ήταν υπομονετικός. Δεν ενδιαφερόταν για επιδιώξεις, ή όρια, για το αν σε αγαπούσαν πολλοί ή κανένας."
Στην Αλ Ταφάρ του Ιράκ, οι αμερικανοί στρατιώτες Μπαρτ και Μερφ, είκοσι ενός και δεκαοχτώ ετών αντίστοιχα, παλεύουν να επιζήσουν καθώς η διμοιρία τους εμπλέκεται σε αιματηρές μάχες. Στη διάρκεια των ατελείωτων ημερών που ακολουθούν οι δυο νεαροί προσπαθούν να προστατέψουν ο ένας τον άλλο από όλες τις επιβουλές: από τους αντάρτες, την εξάντληση, την ψυχολογική πίεση που ασκεί η μόνιμη απειλή του κινδύνου.
Έναν χρόνο μετά, ο Μπαρτ επιστρέφει από την πρώτη γραμμή του πυρός. Οι αναμνήσεις ωστόσο δεν τον αφήνουν να ησυχάσει: η οσμή της καμένης σάρκας που κατακλύζει τον πρωινό αέρα, το φως του ήλιου που πέφτει κάθετα, η σκόνη που σηκώνεται καθώς ο δρόμος γαζώνεται από σφαίρες, η υπόσχεση που έδωσε στη μητέρα του Μερφ ότι ο γιος της θα γυρίσει σπίτι του σώος και αβλαβής.
Με μοναδική συναισθηματική δύναμη, ο ποιητής και βετεράνος του Ιράκ Κέβιν Πάουερς ξεγυμνώνει τις επιπτώσεις αυτού του κρυφού πολέμου στις οικογένειες των στρατιωτών και συνθέτει ένα αξέχαστο μυθιστόρημα, γεννημένο από την προσωπική εμπειρία του, μια ελεγεία στη φιλία και την απώλεια, αλλά και την αγάπη, το κουράγιο και τη θέληση για επιβίωση.