Η πραγματικότητα ήταν πάντα θέμα φιλοσοφικών, ιστοριογραφικών και αισθητικών συζητήσεων. Όμως ποτέ άλλοτε με τέτοια ένταση. Και η εξήγηση είναι απλή, σύμφωνα με τον συγγραφέα του βιβλίου. Όσο θα βελτιώνονται οι αναπαραγωγικές δυνατότητες της τεχνολογίας άλλο τόσο θα δυσκολεύει και ο εντοπισμός και ο σχολιασμός της πραγματικότητας. Με τη βοήθεια εργαλείων παρμένων από τις σύγχρονες θεωρίες του πολιτισμού, το βιβλίο αυτό εξετάζει τις επιπτώσεις που έχουν οι αλλαγές που παρατηρούνται στον ευρύτερο κοινωνικό-οικονομικό και πολιτικό χώρο στη μελέτη, τη θέση, τη λειτουργία και αποστολή του θεάτρου. Το ερώτημα που απασχολεί είναι κατά πόσο, σε ένα κόσμο όπου οι υβριδικές συνθήκες ζωής και επικοινωνίας τείνουν να μετατρέψουν τις ταυτότητες και τις εθνικές κουλτούρες σε έννοιες ρευστές, σχεδόν νομαδικές, το θέατρο θα μετατραπεί σε κάτι ανάλογο, δηλαδή, σε ένα καλλιτεχνικό σώμα χωρίς σταθερά σημεία αναφοράς, χωρίς ρίζες. Αλλά και το διαμετρικά αντίθετο.
Μήπως, τελικά, όλη αυτή η ακύρωση των συνόρων (μεταφορικών και κυριολεκτικών) οδηγήσει σε μια ακόμη πιο δυναμική επιστροφή τους, σε μια βαθιά αμφισβήτηση της άποψης που λέει ότι ένας κόσμος χωρίς σύνορα είναι ένας ευτυχισμένος κόσμος;
Καθώς δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα πώς θα εξελιχθούν τα πράγματα, ποια κατεύθυνση θα πάρουν, ποια νέα πραγματικότητα θα ανακαλύψουν και ποια νέα υποκείμενα, το μόνο σίγουρο είναι ότι, ανεξάρτητα από τον τρόπο που θα επιλέξει κάποιος να προσεγγίσει την ιστορία του θεάτρου σήμερα, δεν μπορεί να το επιχειρήσει ερήμην των υποσχέσεων, των αντιφάσεων και των αδιεξόδων της νέας τάξης πραγμάτων που επιβάλλει ο απόλυτος (για την ώρα τουλάχιστον) ρυθμιστής, η παγκοσμιοποίηση. Που σημαίνει πως πρέπει να αναζητήσει μοντέλα ανάγνωσης και ταξινόμησης που δεν θα οδηγούν σε συμπεράσματα με βάση την αποκλειστική λογική του `εμείς` και `αυτοί`, αλλά θα οδηγούν κάπου αλλού, σε έναν `άλλον` τόπο που όλοι τον επιθυμούν, ωστόσο ουδείς είναι απόλυτα βέβαιος πού και πώς να το πετύχει. Μέσα σε αυτή τη θάλασσα των (α)πιθανοτήτων, καταλήγει η μελέτη, το βέβαιο είναι ότι, είτε συζητούμε για ένα θέατρο αφαίρεσης και μυθοπλασίας, είτε για ένα θέατρο ντοκουμέντων και δεδομένων (docudrama, ad verbatim, site specific), το διακύβευμα παραμένει το ίδιο και δεν είναι άλλο από κάποια χαμένη (ή κατά φαντασία) πραγματικότητα.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]