«Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΜΙΔΑ»:
Ο Μίδας γιος του βασιλιά της Φρυγίας, ζήτησε από το θεό Διόνυσο να τον κάνει πιο πλούσιο απ` ό,τι ήταν, μετατρέποντας ό,τι πιάνει σε ατόφιο χρυσάφι. Ο Διόνυσος δέχθηκε αλλά τον προειδοποίησε πως για να γίνει κάτι τέτοιο, θα `πρεπε να αποχτήσει συγγένεια με το γένος των Σατύρων και γι` αυτό θα μεγάλωνε τα αυτιά του σαν κι εκείνων.
Ο Μίδας δέχτηκε τον όρο και από εκείνη τη στιγμή ό,τι έπιανε γινότανε χρυσάφι. Χρυσάφι όμως γινόταν και η τροφή και το νερό, με αποτέλεσμα να κινδυνέψει να πεθάνει.
Πήγε λοιπόν ξανά στον Διόνυσο και τον παρακάλεσε να ακυρώσει αυτό το θεϊκό του δώρο. Μα τα αυτιά, του μείνανε.
Τα `κρυβε βέβαια μέσα σ` ένα σκούφο και το μυστικό το `ξερε μόνο ο κουρέας του που μη αντέχοντας, έσκαψε ένα λάκκο και ψιθύρισε το μυστικό του. (Ο ΜΙΔΑΣ ΕΧΕΙ ΩΤΑ ΟΝΟΥ).
Μια καλαμιά που φύτρωσε απ` αυτό το λάκκο φιθύριζε κι εκείνη καθώς ο αέρας περνούσε μέσα απ` τα φύλλα της το μεγάλο μυστικό: «Ο ΜΙΔΑΣ ΕΧΕΙ ΩΤΑ ΟΝΟΥ, Ο ΜΙΔΑΣ ΕΧΕΙ ΑΥΤΙΑ ΓΑΪΔΑΡΟΥ».
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]