Πριν μερικά χρόνια, όχι πολύ παλιά, η Λου ζούσε σ` ένα καραμελόσπιτο στο κέντρο της πόλης. Εκεί τη συνάντησε το χαμόγελο. «Είσαι το προσωπάκι που έψαχνα», της είπε με το που την είδε. «Κι εσύ είσαι το χαμόγελο που πάντα ήθελα», απάντησε εκείνη με ματάκια που έλαμπαν από χαρά. «Τότε λοιπόν, θα μείνω εδώ, μαζί σου!», είπε το χαμόγελο αποφασιστικά. Αλλά την ίδια στιγμή έχασε τη σιγουριά του και πρόσθεσε ντροπαλά: «Αααννν. . . το θέλεις κι εσύ».
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]