GRYLLUS CAMPESTRIS
Θέλω ν` ακούσω ένα τριζόνι απόψε.
Απόψε που `ναι η νύχτα έτσι γλυκιά και φεύγει
φεύγει κι αυτό το καλοκαίρι ώρα την ώρα
θέλω ν` ακούσω ένα τριζόνι να επιμένει· όμως το θέλω
να `ναι τριζόνι γνώριμο, από κείνα
των πρώτων μου καλοκαιριών, εκείνα
τα ανεξίτηλα.
Ποιος ξέρει αν
μεταναστεύουν τα τριζόνια
ζουν μοναχά ένα καλοκαίρι, ίσως αλλάζει
τόπο τον τόπο ο ήχος τους, πώς να γινόταν
ν` ακούσω απόψε ένα τριζόνι απ` τα δικά μου, απόγονο
εκείνων των παλιών, των παιδικών
ένα τριζόνι Αμπελιωτάκι.
Αμέτρητα γύρω απ` το σπίτι, νύχτες μακρινές
μεγάλες νύχτες
νύχτες βαθιές ως πίσω απ` τη ζωή
εκείνα τα εντόπια έντομα
σίγουρα βρίσκονταν εκεί πολύ προτού φανούν
οι πρώτοι της δικής μου της γενιάς
θα παραμείνουν κι όταν
θα `χουν σκορπίσει οι τελευταίοι
θέλω ν` ακούσω ένα τριζόνι απόψε, μακρινό
βγαίνοντας από νύχτες παιδικές να συνοδεύει
με τη σοφή του υπόκρουση το τέλος
ενός -ακόμα ενός- καλοκαιριού.