Ο ΚΗΠΟΣ
Ήρθε η άνοιξη. Ακούω τον άρρωστο που σέρνει
Τη ρόμπα του μες στους πανσέδες.
Κι η μπουκαμβίλια κρεμασμένη απ` το μπαλκόνι
Σαρώνει ελαφρά τη γη.
Πώς, λοιπόν, και με τι να ζήσω;
Έζησα με το καθετί
Κι αυτό ποτέ δεν ήταν κάτι
Όπως είναι κάτι ένα πουλί
Πάνω στο φράχτη με τα γεράνια.