Θέριευε μέσα της η οχιά που την κατάτρωγε με επιθυμίες και πάθη. Μα πάνω απ` όλα το πάθος για τον έρωτα και τη ζωή.
Μια ζωή που τη γεύτηκε ως το μεδούλι, κοχλαστή. Μάχονταν να ημερέψει την οχιά, μα αυτή όλο και δάγκωνε την ψυχή της με λύσσα και η γυναίκα γινόταν οχιά και μάτωνε η καρδιά της.
Ο έρωτας μάτωνε τα όνειρα, η μάνα μάτωνε τα σπλάχνα της, η ζωή μάτωνε τα χέρια της κι οι αμαρτίες μάτωναν τον ήλιο.
Κι όσο πόναγε τόσο ήθελε περισσότερα κι όσο έπαιρνε τόσο επιθυμούσε κι όσο αποκτούσε τόσο και δάγκωνε η οχιά μέσα της που κατασπάραζε την ψυχή της.
Γιατί η οχιά που θέριευε μέσα της ήταν αυτή η ίδια. Όταν το `νιωσε, λυτρώθηκε!