Χήρα πια, απομονωμένη στο χωριό της, στην Κριμαία, η Μήδεια ξαναζεί τα μεγάλα επεισόδια της ζωής της: την αρρώστια και το θάνατο του άντρα της, το μυστικό που αυτός μοιραζόταν με την αδερφή της, τον μοιραίο έρωτα της ωραίας Μάσα. Η Μήδεια είναι άτεκνη. Παιδιά της είναι τα αμέτρητα ανίψια της που την επισκέπτονται κάθε χρόνο για να περάσουν κοντά στην ανθρώπινη ζεστασιά της την άνοιξη και το καλοκαίρι. Γιατί εκείνο που μετράει πάνω απ’ όλα σ’ αυτό το ανθρώπινο έπος της Ουλίτσκαγια είναι η ζεστασιά που απλώνεται πάνω στο άγριο ρωσικό τοπίο και ξεπερνάει με την αισιοδοξία της τα δράματα και τις τραγωδίες μιας ολόκληρης ζωής.
Η Μήδεια, σε αντίθεση με το μυθολογικό της πρότυπο, είναι με το μέρος της ζωής, έτοιμη να συγχωρήσει.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]