Όποτε λένε ότι η ποίηση πια αργοπεθαίνει, ένα αγερι φυσά από "εκεί που σμίγουν τα βουνά με το μελτέμι και αγκαλιάζεται η βροχή με τα καυτά μας ρούχα", διαπερνά τα στεγανά της παγωμένης μας καρδιάς και νοιώθουμε πάλι το "Γιατί" της Δημιουργίας...
Ο Χρήστος Μιχαήλ μας ποτίζει ευγενή δηλητήρια, άλλα πίνοντας τα, νοιώθουμε μεθυσμένοι από την αθανασία του ποιητικού λόγου.....
Αγέρι πρώτο
Μέσα στις φλέβες μας κυλά η ευωδιά που περισσεύει
που αναβλύζει απ’ τα χωράφια της βροχής
σέρνοντας πίσω της τα χνότα και τα ρήματα
από τα κόκκινα σοκάκια
μέχρι τα ματωμένα κλήματα.
Εκεί που σμίγουν τα βουνά με το μελτέμι
κι αγκαλιάζεται η βροχή με τα καυτά μας ρούχα
εκεί εγεννήθη μια νυχτιά η δίψα για τις λέξεις
περνώντας από το’ να χέρι στ’ άλλο
κι από τα χείλη μιας γυναίκας που τρέκλιζε για λίγη αγάπη.
Τι να `ναι άραγε αυτό
που λάμπει στ` άβαθα νερά μας
αφού το όνειρο ξαπλώνει στο πρώτο νεύμα της αυγής;