H παρούσα έκδοση αφορά το Κυπριακό Εθνικό Σήμα και τις κυριότερές του συνιστώσες, τη Δημόσια, την Πολιτιστική και την Τουριστική Διπλωματία, όπως εφαρμόστηκαν ιστορικά και μέχρι σήμερα στην περίπτωση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αναλυτικότερα, επιχειρεί να απαντήσει το πότε, με ποιους τρόπους και σε ποιο βαθμό αυτές οι συνιστώσες υποβοήθησαν ένα μικρό κράτος όπως η Κύπρος να ασκήσει ήπια ισχύ και να επηρεάσει διεθνώς. Το παρόν έργο αναπτύσσει τον διάλογο γύρω από την έννοια της ήπιας ισχύος, επεξηγώντας όρους όπως είναι το Εθνικό Σήμα και η Ανταγωνιστική Ταυτότητα, η Δημόσια και η Πολιτιστική Διπλωματία και οι προεκτάσεις τους, για να καταλήξει στην Τουριστική Διπλωματία και στη συνεισφορά της σε μια ολιστική Σηματοποίηση Τόπου (Place Branding). Το έργο ανάγεται στον ακαδημαϊκό χώρο της Νέας Δημόσιας Διπλωματίας και των διπλωματικών σπουδών ευρύτερα, εντάσσοντας ένα μικρό, ευρωπαϊκό κράτος στον χάρτη της έρευνας, διευρύνοντας την οπτική για την επίσημη Δημόσια Διπλωματία και ανατρέποντας την άποψη ότι μόνο το Υπουργείο Εξωτερικών μπορεί να ασκεί (Δημόσια) Διπλωματία. Μάλιστα, η μελέτη αυτή υποστηρίζει ότι δράσεις στο πεδίο της Πολιτιστικής και Τουριστικής Διπλωματίας συχνά αποτελούν πιο συγκροτημένες προσπάθειες στο κυπριακό συγκείμενο. Πέραν όμως από τη θεωρία, η μελέτη συνεισφέρει και στην πρακτική της διπλωματίας, αφού υποδεικνύει τρόπους με τους οποίους μικρά κράτη, όπως η Κύπρος, με τον σχεδιασμό και την εφαρμογή μιας έξυπνης διπλωματίας, μπορούν να προσπεράσουν πιθανά αδιέξοδα, δημιουργημένα από περιορισμούς οικονομικής, πολιτικής ή άλλης υφής. Η εξέταση της κυπριακής περίπτωσης επιδιώκει να αναδείξει τη θέση ότι μια συντονισμένη και στοχευμένη Δημόσια, Πολιτιστική και Τουριστική Διπλωματία από πλευράς μικρών κρατών μπορεί να δημιουργήσει ένα δυνατό και αναγνωρίσιμο Εθνικό Σήμα και να επιφέρει οφέλη. Βασική αφετηρία η επίγνωση ότι ίσως και να μην υπάρχουν μικρά και μεγάλα κράτη, αλλά μεγάλο ή καθόλου όραμα, μεγάλες ή μικρές πολιτικές.