Τα κείμενα αυτά χαρτογραφούν ίχνη της σκέψης Ελλήνων διανοητών σε μια χρονική περίοδο που εκτείνεται από τον 5o π.Χ. έως τον 6o μ.Χ. αιώνα. Ο συγγραφέας ακολουθεί το παράδειγμα του εθνολόγου, ο οποίος αφουγκράζεται προσεκτικά τον πολιτισμό που μελετά και παρεμβαίνει όσο γίνεται λιγότερο, θέτοντας ως βασικό σκοπό του όχι να διατυπώσει τις δικές του θεωρίες, αλλά να συγκεντρώσει και να κατανοήσει τους ισχυρισμούς των Ελλήνων για το σύστημα δουλείας που λειτουργούσε στη Σπάρτη. Ως κριτήριο κατηγοριοποίησης χρησιμοποιεί τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει το θέμα ο εκάστοτε συγγραφέας — όχι για να ορίσει αλλά για να σκεφτεί την ειλωτεία: τη σημασία του όρου, τη σχέση ιδιοκτησίας, τους καταλόγους παρόμοιων θεσμών σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, την αναφορά στις κατηγορίες της δουλείας και της ελευθερίας, τον οικονομικό ρόλο της ειλωτείας, την καταγωγή του θεσμού, την κριτική που έχει δεχτεί, τον ρόλο των ειλώτων μέσα στην πόλη, τις εξεγέρσεις τους.
Η λαμπρή ανάλυση του Ντυκά είναι ένα μάθημα του πώς ένας σύγχρονος ιστορικός πρέπει να προσεγγίζει τα αρχαία κείμενα: όχι σαν απρόσωπες πηγές πληροφοριών, αλλά ως έκφραση του τρόπου σκέψης μιας κοινωνίας σε διαφορετικές στιγμές της ιστορίας της.