Οι αρχαίοι Έλληνες τοποθετούν την αρχή της ιστορίας στον Τρωικό πόλεμο και τη συνδέουν στη συνέχεια με τον Νόστο του Οδυσσέα.
Δεν είναι λοιπόν παρακινδυνευμένο, αν αποδεχτούμε πως η ποίηση ξεκινά να αναπτύσσεται το πρώτον, υπό των Ελλήνων.
Και τούτο επιβεβαιώνει τη δυναμική της ιστορικής συνέχειας της θαυμαστής Ελληνικής Γραμματείας.
Ο αρχιμάστορας Όμηρος με την ανυπέρβλητη αφηγηματική εμβέλειά του, συνθέτει τα αριστουργηματικά έπη του, πλάθοντας έναν κόσμο ηρωικών κατορθωμάτων και στη συνέχεια τον συνδέει (συνέχεια της Ιλιάδας) με τον πολυδιάστατο Νόστον του Οδυσσέα.
Είναι ένας κόσμος της διαρκούς και αδιάλειπτης φροντίδας του να παρουσιάσει, μέσω της έρευνας (ψυχολογικής), το φαινόμενο της ιδιοσυγκρασίας του όντος «άνθρωπος», με την αφηγηματική και μεγαλοφυή πνευματική υπεροχή του.
Η πλούσια ειδολογική παράδοση των μύθων συνδυάζεται με τον λογικό ειρμό των πραγμάτων.
Έτσι, από την κατ’ αρχήν πρωτοεμφανιζόμενη δειλή άτεχνη ποίηση, προκύπτει στη συνέχεια ο ζωντανός κόσμος των ηρώων με τα υπερφυσικά κατορθώματά τους, που γίνονται ποίηση και οι αοιδοί ψάλλουν με έμπνευση. Προέχει μεταξύ όλων η άκρατη πατριδολατρεία, η οποία παίρνει τη ζώσα μορφή της πλέον στην ομηρική σύνθεση μέσω των επών.
Οι αρχαίοι Έλληνες λάτρευαν τις ηρωικές αφηγήσεις, αφού εξυμνούσαν το μεγαλείο της πατρίδας, το ήθος των ηρώων και τις αξίες της ζωής.
Στην παρουσίασή μας του έπους της Οδύσσειας, επιχειρούμε μια διαφορετική προσέγγιση ως καινοτομία, κατά το δυνατόν (Δομή – ανάλυση – χαρακτήρες κυρίαρχων μορφών) σε μια διαδρομή συνάντησης με τις δρώσες επώνυμες μορφές, στην προσπάθεια ανάδειξης του ψυχικού κόσμου των πρωταγωνιστών μέσω της διακριτής ιδιαιτερότητας του ηρωισμού τους, που ως Έλληνες υπερέχουμε και το αποδεικνύουμε έναντι των άλλων λαών. Και ο Όμηρος αναδεικνύει αυτό τον θρίαμβο.
Επιβεβαίωση τούτου παρέχει και η ρήση του Ελληνιστή Erwin Rohde, όταν αποφαίνεται, πως τα ομηρικά έπη αναδεικνύονται:
«Ως το μέγιστον ποιητικόν πνεύμα των Ελλήνων ίσως δε και ολοκλήρου της ανθρωπότητος»