Σαν φόρμα του νέου πια έργου, με πρώτη ύλη εκείνα τα παλιά καλά υλικά, επέλεξα την αποσπασματική σταχυολόγηση κειμένων που συνδιαλέγονται, συγκρούονται και βγάζουν διαφοροποιημένα (όχι διαφορετικά) μηνύματα. Προστέθηκαν κάποια κείμενα, σαν επέκταση των προβληματισμών του Σκούρτη, αλλά και σαν αποδοχή της ισχύος των μηνυμάτων του.
Στη σκηνική εξέλιξη, ο σκηνοθέτης κατεβαίνει στον Κάτω Κόσμο, όπως στους Βατράχους του Αριστοφάνη, ζητά βοήθεια από τον μεταστάντα συγγραφέα κι εκείνος τον στέλνει πίσω παραδίδοντάς του μια νέα παρακαταθήκη: Το χιούμορ και τη δυνατόν μεγαλύτερη αποδιαρθρωτική διάθεση και μια επίθεση σ’ αυτούς που προσπαθούν να «διαψεύσουν τις Κασσάνδρες...» Το μεγάλο μας τσίρκο, σε όλο του το μικροαστικό μεγαλείο, είναι πανταχού παρών.
Περιφέρεται πάντα η σκιά του Σκούρτη, σε έναν κόσμο που, μετά την οικονομική κρίση και την αντίστοιχη του κορονοϊού, από κομμάτια και τα θρύψαλα που ήταν, έγινε σκόνη, που την παίρνει ο αγέρας και αφήνει την ενοχλητική μυρωδιά της.
Παίρνει ο αγέρας και τις σελίδες των γραπτών του, αλλά εκείνος αντιστέκεται, μοιάζει να σκηνοθετεί και τη ζωή των έργων του μετά θάνατον.