Όταν ένα βιβλίο και ένας αναγνώστης είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο, το γνωρίζουν και οι δύο…
Μετά τον τραγικό θάνατο του πατέρα του, ο δεκατριάχρονος Μπένι Ο αρχίζει να ακούει φωνές. Οι φωνές αυτές ανήκουν στα αντικείμενα του σπιτιού του και ακούγονται πότε ευχάριστες, πότε θυμωμένες και πότε θλιμμένες. Όταν όμως η μητέρα του αρχίζει να συσσωρεύει αντικείμενα σε παθολογικό βαθμό, οι φωνές γίνονται όλο και πιο έντονες. Έτσι ο Μπένι αναζητά καταφύγιο στην ησυχία μιας μεγάλης δημόσιας βιβλιοθήκης. Εκεί συναντά μια σαγηνευτική καλλιτέχνιδα του δρόμου με μια αλαζονική νυφίτσα για κατοικίδιο∙ έναν άστεγο φιλόσοφο-ποιητή∙ και το εντελώς δικό του Βιβλίο, αυτό που αφηγείται τη ζωή του και του μαθαίνει να ακούει τα πράγματα που όντως έχουν σημασία.
Συνδυάζοντας αξέχαστους χαρακτήρες με την τζαζ, την κλιματική αλλαγή και την προσκόλλησή μας στα υλικά αγαθά, η Ρουθ Οζέκι μας χαρίζει ένα μυθιστόρημα τολμηρό, ανθρώπινο και βαθιά συγκινητικό.
Έγραψαν για το βιβλίο:
«Μια καθηλωτική ιστορία για την ανθρώπινη σύνδεση και τη λυτρωτική δύναμη της τέχνης». –Guardian
«Σου ραγίζει και σου θεραπεύει την καρδιά – ένα βιβλίο που δεν μας κρατάει απλώς απορροφημένους, αλλά μας βοηθάει να σκεφτόμαστε και να αγαπάμε, να ζούμε και να ακούμε… ένας θρίαμβος». –Matt Haig
«Για άλλη μια φορά, η Οζέκι έχει δημιουργήσει ένα αριστούργημα. Η γενναιόδωρη καρδιά της, η εξαιρετική φαντασία της και το λαμπρό μυαλό της κάνουν κάθε σελίδα ξεχωριστή». –Karen Joy Fowler
«Το μυθιστόρημα ρωτά τους αναγνώστες σε κάθε σελίδα: “Σας έχει περάσει ποτέ από το μυαλό ότι και τα βιβλία έχουν συναισθήματα;”» –USA Today
«Το βιβλίο έχει μια υπέροχη φωνή: ενήλικη, ειρωνική, που επιβεβαιώνει σε κάθε σελίδα τη σημασία των βιβλίων ως φυλακίων της βαθύτερης σοφίας και των υψηλότερων προσδοκιών της ανθρωπότητας». –Washington Post
«Αν έχετε χάσει την επαφή σας με τη λογοτεχνία τα τελευταία ένα δυο χρόνια, αφήστε το Βιβλίο της μορφής και του κενού να φωτίσει το μονοπάτι της επιστροφής». –David Mitchell
«Η Ozeki δημιουργεί μια αλληγορία για την καταναλωτική μανία στην Αμερική, τη σχέση αγάπης-μίσους με τα πράγματα που παράγουμε και χωρίς τα οποία δεν μπορούμε να ζήσουμε». —New York Times