Πώς εμπλέκεται, λοιπόν, η τέχνη της ασημουργίας με την πόλη των Ιωαννίνων; Πώς η φήμη της αργυροχρυσοχοΐας έφτασε έως τα πέρατα του κόσμου; Πώς εν τέλει η τέχνη αυτή ρίζωσε στην καθημερινή ζωή των κατοίκων της πόλης, επηρεάζοντας την οικονομική και κοινωνική τους θέση; Η συγγραφέας, μουσική παιδαγωγός και εθνομουσικολόγος, καταφέρνει με τον άμεσο λόγο της να μάς ταξιδέψει σε έναν κόσμο παραμυθένιο, με μοτίβα και στοιχεία της οικείας λαϊκής μυθοπλασίας. Ξετυλίγεται, λοιπόν, η ιστορία του μοναδικού ασημουργού στην τειχισμένη πόλη της αρχαίας Ελλοπίας, δηλαδή της περιοχής των Ιωαννίνων· του πλούσιου ξένου από τον Βορρά που καταφθάνει στην πόλη για να παραγγείλει ασημικά στον φημισμένο αργυροτεχνίτη· των φτωχών κατοίκων που διαβιούν γύρω από τη λίμνη και οι οποίοι, ως αντάλλαγμα για τη βοήθειά τους στον αργυροτεχνίτη, του ζητούν να μοιραστεί μαζί τους την τέχνη της ασημουργίας· του γέροντα σοφού που ζει στο νησάκι της λίμνης και ο οποίος καταφέρνει, ανατρέχοντας στα βιβλία του, να «θεραπεύσει» τον αργυροτεχνίτη από την απληστία του.
Η ζωγράφος-εικονογράφος Μάρια Μπαχά αποδίδει την «παραμυθένια» αυτή ιστορία με ακουαρέλες. Αφουγκράζεται με ευαισθησία τα βαθύτερα νοήματα της αφήγησης, επιτυγχάνοντας να δημιουργήσει ένα εικαστικό σύμπαν με στοιχεία «παραμυθένια» αλλά και αληθοφανή, όπως αυτά του τοπίου ή των ασημένιων τεχνουργημάτων, συνδέοντας έτσι το οπτικό ζωγραφικό υλικό με εκθέματα του Μουσείου Αργυροτεχνίας.