Όχι, δεν θα κτισθή η Νέα Πόλις έτσι· μα θα κτισθή απ’όλους τους ανθρώπους, όταν οι άνθρωποι, έχοντας εξαντλήσει τας αρνήσεις, και τας καλάς και τας κακάς, βλέποντες το αστράπτον φως της αντισοφιστείας –τουτέστι το φως της άνευ δογμάτων, άνευ ενδυμάτων Αληθείας– παύσουν στα αίματα και στα βαριά αμαρτήματα χέρια και πόδια να βυθίζουν, και αφήσουν μέσα στις ψυχές των, με οίστρον καταφάσεως, όλα τα δένδρα της Εδέμ, με πλήρεις καρπούς και δίχως όφεις –μα τον Θεό, ή τους Θεούς– τελείως ελεύθερα να ανθίσουν.
–ΑΝΔΡΕΑΣ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΣ, Οκτάνα
ΕΠΙΛΟΓΗ, ΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ χωρίων του ποιητικού έργου του Ανδρέα Εμπειρίκου, που αναφέρονται στην πόλη και ειδικότερα στην Αθήνα, από τον αρχιτέκτονα-πολεοδόμο και Αθηναιοδίφη Αλέξανδρο Παπαγεωργίου-Βενετά, που συμπεραίνει : «Υμνητική η στάση του ποιητή απέναντι στον χώρο της διαβίωσής του. Το γαλήνιο αττικό τοπίο κρύβει μέσα του παλλόμενες δυνάμεις : Φως διάχυτο, κίνηση αδιάκοπη, οχλοβοή, ακατάβλητη εγρήγορση, που τον γοητεύουν».