Κάθε πέτρα που κλοτσάμε στο διάβα μας είναι η ίδια η γη. Η πολυπλοκότητα της μικροδομής της και η μακρά ιστορία της, που είναι η ιστορία του σύμπαντος, μας πείθει ότι μακροσκοπικά, μέσα στον γεωλογικό χρόνο, και ταυτόχρονα κάτω από τα πόδια μας ή μέσα στη χούφτα μας, η πέτρα -σαν τη γη- έχει τη δική της ζωή.
Η παραγωγή κειμένων και σχεδίων για καθεμία ξεχωριστή πέτρα από τη συλλογή δώδεκα τυχαίων πετρών έχει τη μορφή της συνομιλίας. Το ομιλούν υποκείμενο, απευθυνόμενο στην πέτρα σε δεύτερο πρόσωπο, την προσεταιρίζεται καθώς επιχειρεί να την περιγράψει και να τη διηγηθεί, ενώ ταυτόχρονα απευθύνεται στην ίδια με τη συναισθηματική φόρτιση μιας απρόσμενης γνωριμίας. Αυτή η απεύθυνση γίνεται τραγούδι, ωδή για την οποιαδήποτε πέτρα, τον βράχο, το νησί ή, τελικά, την ίδια τη γη.
Για τη σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και την πέτρα, στο ανθρώπινο και το πετρώδες, μιλά για μία ακόμα φορά ο μύθος του Σίσυφου. Μιλά εκκωφαντικά στην εποχή της ανθρωποκαίνου. Τι σημαίνει αυτή η καθημερινή αναπόδραστη συντρόφευση του ανθρώπινου με το αν-ανθρώπινο; Πώς να δούμε το άχθος αλλά και την ελευθερία αυτής της αλυσόδετης συζυγίας "άνθρωπος-πέτρα" από την πλευρά της πέτρας; Μήπως ο καταναγκασμός του εταίρου και συμβίου της είναι για αυτήν ένα καθημερινό παιχνίδι χαράς, είναι η ανύψωση, η διολίσθηση και η πτώση, και ύστερα πάλι η ανάβαση, όπως του χιονοδρόμου με το λιφτ στη χιονισμένη πλαγιά; Το ξέρουμε ότι η ανέμελη, παιγνιώδης, κυλιόμενη πέτρα διαφεντεύει τόσο τον ανήσυχο τουρίστα της γεωλογίας όσο και τον βασανισμένο κουβαλητή της. Το ανθρώπινο είναι ένα τυφλό όργανο της πέτρας. Αυτή η τελεσίδικη υπεροχή και η χαρά της αδιάφορης πέτρας έναντι της βούλιμης και κουρασμένης σάρκας ίσως ώθησε τον μυστικιστή Eckhart να υποθέσει ότι "αν η πέτρα μπορούσε να καταλάβει ότι είναι πέτρα θα ήταν θεός".