Τα ποιήματα που δημοσιεύω έχουν αφετηρία και αναφορά στη Θεία Κωμωδία του Δάντη και τον Χαμένο Παράδεισο του Μίλτον. Τα έγραψα στο τέλος της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα και όχι στις αρχές του 14ου ή στα τέλη του 17ου. Η συνάντηση μου με τη Θεία Κωμωδία και τον Χαμένο Παράδεισο συμβαίνει, λοιπόν, στον 21ο αιώνα. Ελπίζω ότι κανείς δεν θα εκλάβει το εγχείρημα ως απόπειρα –αφελή- αναμέτρησης με τα δυο αγκωνάρια του Δυτικού Κανόνα.
Ορισμένα ποιήματα ξαναπιάνουν τη θεματική των δύο Κανονικών έργων, και εγγράφονται μέσα της: είναι «σχόλια». Αλλά είναι αναπτύγματα: ξεκινούν από τα κείμενα και ξεφεύγουν. Κι άλλα, πάλι, είναι ανάμεσα στα δυο, υβρίδια, σχόλια και αναπτύγματα.
Αν είχα διαβάσει την επιστολή του Δάντη στον Κανγκράντε πριν γράψω τις Σπουδές στη Θεία Κωμωδία θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι έμεινα πιστός στη δαντική ερμηνεία, που είναι αντιπαθής στους σύγχρονους κριτικούς: «Αν … το έργο εκληφθεί αλληγορικά, αντικείμενο είναι ο άνθρωπος, επάξια ή μη, βάσει της ελεύθερης βούλησης, επιβραβευόμενος ή καταδικαζόμενος σε δίκαια κρίση». [Μετάφραση Δημήτρη Αρμάου, εκδόσεις Ίνδικτος, 2004.] Όμως, ό,τι έγραψα δεν ερμηνεύει τη Θεία Κωμωδία. Η προβληματική της ελεύθερης βούλησης διατρέχει εξίσου τις δύο Σπουδές.
Ο τόνος στις δυο σειρές των Σπουδών είναι διαφορετικός. Πιο προσανατολισμένος στο «υψηλό», πιο απολλώνιος και πιο ελεγειακός στις Σπουδές στη Θεία Κωμωδία. Πιο αφηγηματικός, διονυσιακός και σατιρικός στις Σπουδές στον Χαμένο Παράδεισο, που είναι στημένες σαν θεατρικό αναλόγιο. (Η χειμαρρώδης ρητορική του Μίλτον προσφέρεται ως λεία στη σάτιρα). Και στις δυο σειρές των Σπουδών βάζω να ακούγονται διαφορετικές φωνές, ανάμεσά τους και γυναικείες.
Αν η ανάγνωση των κειμένων αναφοράς ήταν προϋπόθεση για την ανάγνωση των Σπουδών μου, το Διπλό Παιχνίδι δεν θα έπρεπε και δεν θα είχε εκδοθεί. Προϋπόθεση για την ανάγνωσή του είναι μόνο ο αναγνώστης να μην αισθάνεται μειονεξία επειδή δεν έχει εντρυφήσει στα κείμενα αναφοράς, πράγμα που μπορεί να συμβεί σε μια πολύ μικρή μερίδα του δυνητικού αναγνωστικού κοινού. Αν, πάλι, η ανάγνωση των Σπουδών εξάψει την περιέργεια του αναγνώστη για τα Κανονικά κείμενα, τη Θεία Κωμωδία και τον Χαμένο Παράδεισο, αυτό θα είναι μια καλοδεχούμενη παρενέργεια. Όμως, η φιλοδοξία μου είναι το Διπλό Παιχνίδι να μπορεί να διαβαστεί αυτοτελώς και τα ποιήματά του να γίνουν αντικείμενο απόλαυσης.
Αλέξης Καλοκαιρινός
***
Ε
[Inferno, XIII]
Με το θάνατο ανοίγει η ψυχή
πέφτουν τα σπόρια της στη γη
τα παίρνει ο άνεμος μακριά και τα σκορπίζει
τα καίει ο ήλιος κι η βροχή τα μαλακώνει
και τα τρώνε τα πουλιά
κι ένα στον κάτω κόσμο φτάνει και φυτρώνει
Στο σκοτεινό το δάσος το απέραντο βλασταίνει
που δεν το φτάνει φως κι ο ήλιος δεν το βλέπει
στα δέντρα ανάμεσα που βλάστησαν τα σπόρια των ψυχών
που σείονται χωρίς αέρα
Στον πάνω κόσμο ακούεται το θρόισμα
σαν άηχος παλμός στων ζωντανών τα σπλάχνα
Από τις Σπουδές στη Θεία Κωμωδία
***
Χωρίς εσένα η θεότητα θα ήτανε βουβή
σαν μαύρη τρύπα
κλεισμένη μες στον άπειρο εαυτό της
Κι εμείς
άγγελοι κι άνθρωποι
θα ήμασταν αγνώριστοι
χωρίς την οικειότητα με το άγνωστο
απ’ όπου έρχεται το νόημα σε μας
Μας προφυλάσσεις
απ’ την παραφροσύνη και την άνοια
μας ευλογείς να πορευόμαστε
ανάμεσα στη μία και την άλλη
Μέγας είσαι κύριε
Δικαίως εκρίθης
εκκαθαριστής
ουρανού και γης
Από τις Σπουδές στον Χαμένο Παράδεισο (απόσπασμα από το ποίημα Οι άγγελοι εξυμνούν τον Χριστό)
***
Ο Αλέξης Καλοκαιρινός γεννήθηκε στο Ηράκλειο το 1964. Σπούδασε φιλολογία στην Αθήνα και γλωσσολογία στο Παρίσι. Είναι καθηγητής στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης, όπου διδάσκει από το 1994. Έχει δημοσιεύσει ποίηση στη Λέξη (1985), στο Παλίμψηστο (1991, 1994), στη Νέα Εστία (2008), στον Χάρτη (2019-2021), και αυτοτελώς Τέσσερα Ποιήματα της Πατρίδας μου (Μικρός Ναυτίλος, 1997), και έχει γράψει ένα βιβλίο για τη θεωρία της λογοτεχνίας και την ιστορία της (Γλωσσολογία και Ποιητική, β’ έκδοση: νήσος, 2010). Από το 1993 ως και σήμερα, ασχολείται εθελοντικά με το Ίδρυμα Α. & Μ. Καλοκαιρινού και με το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης.