Η Κατάρρευση (The Crack-up), που δημοσιεύτηκε το 1936 στο περιοδικό Esquire, είναι αυτοβιογραφικό δοκίμιο ωμής ειλικρίνειας, όπου συνυπάρχουν αυτοοικτιρμός και υπερηφάνεια. Κείμενο πικρό, που δεν του λείπει το χιούμορ, καταγράφει τη « σκοτεινή νύχτα της ψυχής, που είναι πάντα τρεις το πρωί, κάθε μέρα ». [...]
Στην Κατάρρευση κυριαρχεί η αίσθηση της χρεοκοπίας, της αποτυχίας, της απογοήτευσης, της απομάγευσης του κόσμου, της πρόωρης ψυχολογικής γήρανσης (που είναι το άλλο όνομα της ωριμότητας), της πικρίας, της απελπισίας, αλλά και της νοσταλγίας, της απώλειας όχι του παραδείσου αλλά της πεποίθησης ότι ο παράδεισος είναι εφικτός.
- ΑΡΗΣ ΜΠΕΡΛΗΣ
Και βέβαια η ζωή όλη είναι μια διαδικασία κατάρρευσης αλλά τα πλήγματα που την κάνουν δραματική –τα μεγάλα, ξαφνικά πλήγματα που έρχονται, η φαίνεται να έρχονται, απ’ έξω, αυτά που θυμάσαι και τα θεωρείς αιτία όλων των δεινών και, σε στιγμές αδυναμίας, τα λες στους φίλους σου– δεν δείχνουν τις συνέπειές τους αμέσως. Υπάρχει κι ένα άλλο είδος πλήγματος που έρχεται από μέσα – που δεν το νιώθεις παρά μόνο όταν είναι αργά πια για να κάνεις κάτι, ωσότου συνειδητοποιήσεις κάτι ανέκκλητο – ότι από μια άποψη ποτέ δεν θα είσαι ξανά ο άνθρωπος που ήσουν. Τα πλήγματα του πρώτου είδους φαίνεται να συντελούνται γρήγορα, αλλά του δευτέρου είδους συντελούνται χωρίς να το καταλάβεις, μολονότι συνειδητοποιούνται ξαφνικά.
Η δική μου ευτυχία στο παρελθόν έφτασε συχνά σε τέτοια έκσταση που δεν μπορούσα να τη μοιραστώ ακόμη και με το πιο αγαπημένο μου πρόσωπο [...] και νομίζω ότι η ευτυχία μου, η το ταλέντο μου για αυταπάτη ή ό,τι άλλο θέλετε, ήταν μια εξαίρεση. Δεν ήταν το φυσικό πράμα αλλά το αφύσικο – τόσο αφύσικο όσο και το Μπουμ της ευημερίας. Και η πρόσφατη εμπειρία μου είναι παράλληλη με το κύμα της απελπισίας που σάρωσε το έθνος όταν το Μπουμ κατέρρευσε.