Ένα νουάρ μυθιστόρημα στα χρόνια της Κατοχής.
Αθήνα 1943. Ένας ντετέκτιβ, Ελληνοαμερικανός, βρίσκεται εδώ και λίγα χρόνια στην Ελλάδα, κυνηγημένος από τους εχθρούς του.
Φυτοζωεί από το επάγγελμά του και ενώ ο πόλεμος διαλύει τις τελευταίες του ελπίδες, κάποιος του αναθέτει την προστασία ενός κοντραμπασίστα της όπερας. Μετέωρος μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας, θα συναντήσει πλάσματα φτιαγμένα από τα υλικά του πόνου και της επιβίωσης: μια μοιραία γυναίκα που σαγηνεύει όλους τους άνδρες της ιστορίας, μια Εβραιοπούλα παντρεμένη μ’ έναν μαυραγορίτη, έναν Γερμανό αρχιμουσικό αποφασισμένο ν’ ανεβάσει τον «Χρυσό του Ρήνου» στη Λυρική, έναν αλλήθωρο πρώην εκτελωνιστή, μια πόρνη της Τρούμπας, μια μαυροφορεμένη γυναίκα παραδομένη στο ερωτικό αλισβερίσι. Όλοι τους έχουν δαγκώσει το μήλο της αμαρτίας. Όλοι τους μπορούν είτε να σωθούν είτε να χαθούν. Μήπως για να σωθεί η ψυχή ενός τόπου πρέπει να επιζήσουν και η αρετή και ο πειρασμός;
Η πλοκή είναι αριστοτεχνική. Δεν περισσεύει ούτε μία λέξη, δεν αφήνεται τίποτα μετέωρο και οι ανατροπές διαδέχονται η μία την άλλη με τον αποκλειστικό τρόπο που ο Πανσέληνος επιφυλάσσει στον αναγνώστη. […] Σημείο αναφοράς στην παράδοση των σημαντικών επιτευγμάτων στη λογοτεχνία της εποχής μας.
Αντώνης Κωτίδης, Η Καθημερινή
Το πιο φιλόδοξο και πιθανότατα το κορυφαίο ελληνικό μυθιστόρημα της χρονιάς ήρθε όχι αναπάντεχα από έναν συγγραφέα που διαλέγει πάντοτε μεγάλα θέματα και ξέρει να τα αναπτύσσει με λεπταισθησία και βαθύνοια.
Δημοσθένης Κούρτοβικ, Τα Νέα
Κατορθώνει να παραστήσει με εξαιρετική μαεστρία την κατοχική Αθήνα […] και να δώσει χωρίς τον απειροελάχιστο μελοδραματισμό τις ασφυκτικές (μεταξύ ζωής και θανάτου) συνθήκες της καθημερινότητας των ανθρώπων της. […] εικόνες γνήσια σπαρακτικές, παράλληλα διαποτισμένες με ένα πολύ διακριτικό και συνάμα ολόδροσο χιούμορ.
Βαγγέλης Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία
Παρακαλώ, συμπληρώστε το email σας και πατήστε αποστολή.