Ο Νάσος Βαγενάς αποτελεί ιδιάζουσα μορφή ανάμεσα στους ποιητές της γενιάς του ’70, όχι μόνο επειδή συνδυάζει ποίηση και κριτική, αλλά και για την αποκλίνουσα ποιητική και μεταφραστική του πρακτική. Η ποίησή του διακρίνεται για την ειρωνική της γλώσσα, την ανατρεπτική της διάθεση, τη μορφική ποικιλία και την έκταση των διακειμενικών αναφορών οι οποίες φωτίζουν τη σχέση του ποιητή με τη λογοτεχνική παράδοση.
Έτσι, ένα μεγάλο μέρος της ποίησής του χαρακτηρίζεται από την άλλοτε εμφανή άλλοτε υπαινικτική "παρουσία" των ποιητικών του προγόνων και από τη διαλογική σχέση που αναπτύσσει με αυτούς. Η διακειμενική και παρωδιακή σχέση που δημιουργείται, ωστόσο, δεν αλλοιώνει την πρωτοτυπία της δικής του ποιητικής φωνής· το αντίθετο: με την επιλογή ποιητικά συγγενικών μορφών ή ποιημάτων που ανταποκρίνονται στην ευαισθησία του και στην ιδιοσυγκρασία του, αναδεικνύονται στοιχεία της ποιητικής του, το προσωπικό του ύφος και η ιδιάζουσα χρήση της γλώσσας.
Η παρούσα μελέτη ξεκινά με αναφορά στα βασικά σημεία της ποίησης και της ποιητικής του Βαγενά, όπως αυτά εγγράφονται από την έκδοση της πρώτης του ποιητικής συλλογής, "Πεδίον Άρεως" (1974), μέχρι τη συλλογή "Στη νήσο των Μακάρων" (2010), στη διασαφήνιση των όρων παρωδία και διακειμενικότητα και στη μεταξύ τους σχέση. Το μεγαλύτερο μέρος της μελέτης αφορά την εξέταση της επανεγγραφής των ειδών, την παρώδηση προγενέστερου ποιητικού λόγου και μύθου, τον εντοπισμό των κειμένων-προτύπων και τη μελέτη της λειτουργίας τους. Σκοπός της είναι να αναδείξει ποιες από αυτές τις διακειμενικές σχέσεις λειτουργούν ανατρεπτικά, αναδεικνύοντας την ειρωνική και παρωδιακή διάσταση της ποίησής του από κοινού και σε συμφωνία με τη διαλογική διάστασή της.