Ἐν ἀντιθέσει πρὸς ὅ,τι ἰσχύει στὴν Δυτικὴ Εὐρώπη, ἡ χρήση ἐγχειριδίων ζωγραφικῆς στὸ Βυζάντιο δὲν εἶναι ἐπαρκῶς τεκμηριωμένη. Περαιτέρω, οἱ γνώσεις μας γιὰ τὴν βυζαντινὴ ζωγραφική, ὡς πρὸς τοὺς τρόπους ἐκμαθήσεως καὶ ἐφαρμογῆς αὐτῆς, ἔχουν δομηθεῖ ἐπί τῇ βάσει τῶν ὅσων μαρτυρεῖ ἡ ὕστερη μεταβυζαντινὴ περίοδος. Ἀποφασιστικὴ συμβολὴ σὲ αὐτὸ ἔμελλε νὰ ἔχει τὸ βιβλίο μὲ τίτλο «Ἑρμηνεία τῆς ζωγραφικῆς τέχνης», τοῦ ἱερομονάχου Διονυσίου ἀπὸ τὰ Φουρνὰ τῶν Ἀγράφων (1729 - 1733). Ἐκτὸς τοῦ Διονυσίου, ὁμοίου περιεχομένου, κείμενα φυλάσσονται στὶς μοναστηριακὲς κυρίως βιβλιοθῆκες. Τὰ ἐγχειρίδια ὅμως αὐτά, συμπεριλαμβανομένου τοῦ κειμένου τοῦ Διονυσίου, ἀποκαλύπτουν ἐντελῶς ἄλλη πραγματικότητα ἀπὸ αὐτὴν τοῦ Βυζαντίου.
Κατὰ συνέπεια, οἱ μαρτυρίες ποὺ ἔχουμε στὴν διάθεσὴ μας κρίνονται ὡς ἀνεπαρκεῖς, μὴ δυνάμενες νὰ τεκμηριώσουν τὴν ὕπαρξη ἤ τουλάχιστον τὴν διάδοση ἐγχειριδίων ζωγραφικῆς στὸ Βυζάντιο, πολλῷ μᾶλλον τὴν παιδεία τῶν καλλιτεχνῶν. Ὡστόσο, στὴν Βιβλιοθήκη τῆς ἐν Ἁγίῳ Ὄρει μονῆς τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος (Ρωσικὸ) φυλάσσεται χειρόγραφη «Ἑρμηνεία», τὸ περιεχόμενο τῆς ὁποίας εἶναι ἐνδεικτικὸ μορφῆς βυζαντινῶν ἐγχειριδίων