Οι ονειρικές παραστάσεις θα μπορούσαν να συμβάλουν στην ερμηνεία της δομής μιας πραγματικότητας ή οποία δεν άργησε να μετατραπεί σε εφιάλτη. Άρχισα λοιπόν να συλλέγω όνειρα γεννημένα υπό την επίδραση του δικτατορικού καθεστώτος. Το εγχείρημα δεν ήταν διόλου εύκολο, αν λάβουμε υπ` όψιν τον φόβο ορισμένων να μου εμπιστευτούν τα όνειρά τους. Σε πέντε-εξι περιπτώσεις έτυχε μάλιστα να ακούσω σχεδόν απαράλλαχτα διατυπωμένη τη φράση: « Τα όνειρα απαγορεύονται, και όμως ονειρεύομαι».
Από το 1933 έως το 1939 η Γερμανοεβραία δημοσιογράφος Charlotte Beradt, κατοπινή φίλη και μεταφράστρια της Hannah Arendt, συγκέντρωσε όνειρα Γερμανών πολιτών, Εβραίων και μη, που ζούσαν, όπως και η ίδια, κάτω από την πραγματικότητα του πρώιμου Τρίτου Ράιχ. Στη συνέχεια τα κρυπτογράφησε και, αφού πρώτα τα έκρυψε στη βιβλιοθήκη της, τα ταχυδρόμησε στο εξωτερικό, απ’ όπου τα περισυνέλεξε μετά το 1939, όταν διέφυγε και η ίδια στη Νέα Υόρκη.
Στο βιβλίο της, η Μπέραντ παραθέτει και σχολιάζει τα καταγεγραμμένα όνειρα, αφήνοντας να ανακύψει το ερώτημα κατά πόσο υπό το ναζιστικό καθεστώς ο ύπνος ήταν πράγματι ιδιωτική υπόθεση. Τα όνειρα της συλλογής προσλαμβάνουν έτσι χαρακτήρα ιστορικής πηγής και αφηγούνται τη ζωή υπό τη μόνιμη απειλή της τρομοκρατίας, άλλοτε μοιάζοντας να αντλούν έμπνευση από τις σκοτεινές εικόνες του Κάφκα και άλλοτε προαναγγέλλοντας τον εφιάλτη του οργουελικού Μεγάλου Αδελφού και του Θαυμαστού καινούριου κόσμου.
Τα όνειρα της συλλογής καταδεικνύουν μέχρι τίνος βαθμού ήταν ικανό να ασκήσει έλεγχο το ολοκληρωτικό καθεστώς του Τρίτου Ράιχ πάνω στον πολίτη, δεδομένου ότι ακόμα και κατά τη διάρκεια του ύπνου, όταν ο άνθρωπος υποτίθεται πως είναι μόνος με τον εαυτό του, η τρομοκρατία και η προπαγάνδα εισέβαλλαν άλλοτε απροκάλυπτα και άλλοτε ύπουλα στα όνειρά του για να τον συνθλίψουν.
Όμως, πάνω απ’ όλα, η συγγραφέας επιχειρεί να κατανοήσει και να εξηγήσει πώς ένα ολόκληρο έθνος ήταν δυνατόν να αποδεχτεί, να συμπορευτεί και να συνεργαστεί με ένα καθεστώς θεμελιωμένο εκ φύσεως στον τρόμο και στη βία – ένα καθεστώς υπό το οποίο η μοναδική επιλογή που έχει το άτομο για να επιβιώσει είναι να ευθυγραμμιστεί μαζί του, ακόμα και όταν ονειρεύεται.
Διαβάζοντας τη συλλογή με τα όνειρα που συγκέντρωσε η Σαρλόττε Μπέραντ νιώθουμε σοκαρισμένοι μπροστά στην αποτελεσματικότητα με την οποία το Τρίτο Ράιχ σκότωνε τον ύπνο, καταστρέφοντας την ικανότητα του ανθρώπου να αποκαθιστά τη συναισθηματική του δύναμη μέσα από τα όνειρα.
— BRUNO BETTELHEIM Από το Επίμετρο της έκδοσης
Αποσπάσματα από το βιβλίο
Ο ναζιστής ηγέτης που είπε ότι μονάχα στον ύπνο του έχει κανείς ιδιωτική ζωή στη Γερμανία υποτίμησε το δίχως άλλο τις δυνατότητες του Τρίτου Ράιχ. Στην πορεία του προς την ολοκληρωτική υποταγή, το άτομο που παίρνει στις επόμενες σελίδες τον λόγο για να αφηγηθεί τα όνειρά του είδε τα πράγματα πιο ξεκάθαρα « στα όνειρα, στα νυχτερινά οράματα ».
« Από τότε που τα σπίτια έπαψαν να είναι ιδιωτικοί χώροι, ζω στον βυθό της θάλασσας, για να παραμείνω αθέατος».
«Γύρω στις εννέα το βράδυ, μόλις έχω τελειώσει το ιατρείο μου και ενώ ετοιμάζομαι να ξαπλώσω στον καναπέ και να χαλαρώσω συντροφιά με ένα βιβλίο για τον Ματτίας Γκρύνεβαλντ, βλέπω ξάφνου τούς τοίχους στο δωμάτιο, στο διαμέρισμά μου, νά καταρρέουν. Κοιτάζω γύρω μου, για να ανακαλύψω με φρίκη ότι όλα τα διαμερίσματα, ως εκεί πού φτάνει το μάτι, δεν έχουν πια τοίχους. Από κάποιο μεγάφωνο ακούω μια απαίσια φωνή να λέει : "Σύμφωνα με το διάταγμα της 17ης του τρέχοντος μηνός, περί κατάργησης των τοίχων"».
Σε καταδότη μετατρέπεται και το πορτατίφ του κομοδίνου πλάι στο προσκέφαλο μιας άλλης νοικοκυράς· αντί να φωτίσει το δωμάτιο, φέρνει στο φως, με εκκωφαντική ένταση μεγαφώνου, όσα εκείνη μουρμούριζε στον ύπνο της: « Η τραχιά φωνή του πορτατίφ θυμίζει αξιωματικό. Η πρώτη μου σκέψη είναι να σβήσω το φως και να τυλιχτώ στο σωτήριο σκοτάδι. Μα ύστερα λέω στον εαυτό μου: " Μάταιος κόπος". Τρέχω στη φιλενάδα μου, ξεφυλλίζω με αγωνία τον ονειροκρίτη της, μα ή μόνη ερμηνεία που βρίσκω για τη λέξη "πορτατίφ " είναι "βαριά αρρώστια". Για μια στιγμή νιώθω τεράστια ανακούφιση· μεμιάς, όμως, μου έρχεται στο μυαλό ότι στις μέρες μας ο κόσμος χρησιμοποιεί καλού - κακού την "αρρώστια " ως συνθηματική λέξη για τη "σύλληψη ". Βουλιάζω και πάλι μες στη μαύρη απελπισία, παραδομένη στο έλεος της επίμονης τραχιάς φωνής, μολονότι δεν υπάρχει κανείς για να με συλλάβει».
Οι συγκεκριμένες ονειρικές ιστορίες ναι μεν φέρνουν στο φώς την τρομοκρατία, αλλά συγχρόνως λειτουργούν και ως μέσον επιτέλεσης της ίδιας της τρομοκρατίας. Όλες οι ιστορίες αφηγούνται εμπειρίες πού συνταράσσουν τα βάθη της ανθρώπινης ύπαρξης, γίνονται αποδέκτες μιας εσωτερικής αλήθειας η οποία όχι απλώς επιβεβαιώθηκε αλλά ξεπεράστηκε κατά πολύ από τη μεταγενέστερη πραγματικότητα του Τρίτου Ράιχ.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η ΣΑΡΛΟΤΤΕ ΜΠΕΡΑΝΤ (το γένος Aron) γεννήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 1907 στην πόλη Φορστ του Βρανδεμβούργου. Μεγάλωσε στο Βερολίνο ως κόρη Γερμανοεβραίου εμπόρου. Έκανε τα πρώτα της βήματα στη δημοσιογραφία γράφοντας για γερμανικές εφημερίδες και πολιτικές επιθεωρήσεις. Από τις αρχές του 1930 αρθρογραφούσε σε τακτική βάση στην πολιτική και πολιτιστική επιθεώρηση DieWeltbühne, στις σελίδες της οποίας φιλοξενούνταν η αφρόκρεμα της αριστερής γερμανικής διανόησης. Διατέλεσε μέλος του ΚΚ Γερμανίας (KPD), από το οποίο αποχώρησε διαφωνώντας με τη στροφή του προς τον σταλινισμό. Μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία, της απαγορεύτηκε να ασκεί τη δημοσιογραφία. Το 1939 διέφυγε μαζί με τον σύζυγό της Γερμανοεβραίο νομικό και συγγραφέα Martin Beradt στο Λονδίνο και κατόπιν στη Νέα Υόρκη. Με το τέλος του πολέμου, της επιτράπηκε να αρθρογραφήσει και πάλι στον δυτικογερμανικό Τύπο. Μετά το θάνατο του άντρα της, ασχολήθηκε με τη συγγραφική κληρονομιά του, ενώ, την ίδια εποχή, συνδέθηκε με τη Χάννα Άρεντ και μετέφρασε πέντε πολιτικά δοκίμιά της στα γερμανικά.
Το DasDritteReichdesTraums (Τα όνειρα στο Τρίτο Ράιχ - θα μπορούσε να αποδοθεί και ως «Η Τρίτη Αυτοκρατορία του Ονείρου») ήταν το πρώτο βιβλίο της και κυκλοφόρησε το 1966 στη Γερμανία. Η συγγραφέας είχε αρχίσει να συλλέγει το υλικό του από το 1933, όταν ζούσε ακόμα στη Γερμανία.
Το 1969 η Μπέραντ κυκλοφόρησε τη βιογραφία του αριστερού Γερμανοεβραίου πολιτικού Paul Levi, ιδρυτικού μέλους του KPD και προέδρου του κατά την περίοδο 1919-1921, ο οποίος αργότερα διαφώνησε με την ηγεσία και επέστρεψε στους κόλπους του SPD. Την ίδια χρονιά επιμελήθηκε το συγγραφικό έργο του Λέβι, και το 1973 την έκδοση της αλληλογραφίας της Rosa Luxemburg με τη γραμματέα και φίλη της Mathilde Jacob.
Ως τα βαθιά της γεράματα παρέμεινε ενεργή δημοσιογράφος. Ασχολήθηκε επίσης με τη μετάφραση και την κριτική θεάτρου, ενώ από το 1962 ως το 1978 επιμελούνταν και παρουσίαζε τη ραδιοφωνική εκπομπή Diaries. Πέθανε το 1986 στη Νέα Υόρκη.
Το ρόλο της στην κινηματογραφική ταινία HannahArendt (2012) υποδύθηκε η Αυστριακή ηθοποιός Victoria Trauttsmansdorf.
ΕΡΓΟ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ: GOYA
Ο ύπνος της λογικής γεννά τέρατα,
από η σειρά Καπρίτσια.