Το ταξίδι ξεκινά κάπως έτσι: τραπέζια και άδειες καρέκλες. Σιγά σιγά ο κενός χώρος γεμίζει κόσμο, ομιλίες, πολύβουη ζωντάνια. Ο καφετζής, με κινήσεις μηχανικές, ακολουθεί τη γνώριμη τελετουργία - απαράλλαχτη δύο αιώνες τώρα: αναδεύοντας ασταμάτητα, σκυμμένος επάνω από το καβουρντισμένο χαρμάνι, τραβώντας μετά το μπρίκι από τη φωτιά και χτυπώντας το στον πάγκο, και ξανά στη φωτιά και πάλι ανακάτεμα, μέχρι ν` ακουστεί εκείνος ο συρριστικός ήχος του καφέ που φουσκώνει. Με έναν καφέ ξεκινά το ταξίδι.
Θα ακολουθήσουν και άλλοι, πολλοί, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, όπου ακόμα σώζονται τέτοιοι χώροι ξεχασμένοι από το χρόνο· σε παλιά καφενεία όπου π οικεία και απλή αυτή πράξη του καφέ ανάγεται σε μία ανδρική μυσταγωγία.
Γιατί το ανά χείρας Οδοιπορικό δεν είναι παρά μια επίπονη κι εναγώνια αναζήτηση τέτοιων μυσταγωγικών χώρων, που από τον 19ο αιώνα και μετά αποτέλεσαν κέντρα κοινωνικής ζωής σε αστικές γειτονιές, απομονωμένα νησιά και απομακρυσμένα ορεινά χωριά, χώρων που σιγά σιγά χάνονται, μαζί με τους υπερήλικες ιδιοκτήτες τους.
Όλα τα καφενεία που βρίσκονται συγκεντρωμένα εδώ παρουσιάζουν, λίγο πολύ, παρόμοια χαρακτηριστικά: τις πολλαπλές χρήσεις (παντοπωλεία, μαγειρεία, πρακτορεία) και τους μόνιμους θαμώνες - άντρες σε μια διαρκή κοινωνικότητα, που παίζουν τάβλι ή χαρτιά, συζητούν για πολιτική ή τα προσωπικά τους, καβγαδίζουν, φιλιώνουν ή απομονώνονται σε ένα χώρο προστατευμένο από τις καθημερινές αγωνίες, ένα χώρο εκτόνωσης και καταφυγής, με σχέσεις που οργανώνονται επί τη βάσει ενός ιδιότυπου κώδικα: συμπεριφοράς, τόνου φωνής, ακόμα και ενδυμασίας: `Οι θαμώνες έβγαζαν το παλτό τους, αλλά ποτέ το σακάκι. Το σακάκι δεν το έβγαζαν ούτε το κατακαλόκαιρο. Αυτή η αυστηρή συνήθεια εκράτησε έως τα τέλη της δεκαετίας του `50 [...]`, γράφει ο Ηλίας Πετρόπουλος, στον Τούρκικο καφέ εν Ελλάδι (εκδ. Νεφέλη, 1979).
Το πολυετές οδοιπορικό του φωτογράφου Μίλτου Κουρμπόγλου αποκτά, τελικά, διττό χαρακτήρα: του οδοιπορικού στο χώρο, στα βήματα των αρχαίων Ελλήνων γεωγράφων Στράβωνα και Παυσανία, αλλά και του οδοιπορικού στο χρόνο, στις απαρχές της νεοελληνικής ιστορίας και λαογραφίας, όπως καταγράφηκαν στους πρωτογενείς αυτούς χώρους κοινωνικότητας και συναλλαγής.