Από μακρινούς και συχνά απόκρημνους δρόμους ξεκίνησε ο Κωνσταντίνος Τσάτσος για να φθάσει στο πέρας των κειμένων που συνθέτουν τον τόμο αυτό - ένα πέρας που φυσιολογικά χωρίζει τη γη από τον ουρανό. (. . .) Οι στοχασμοί του Πρώτου Κύκλου που στοιχειοθετούν την κορυφούμενη θρησκευτική αγωνία του συγγραφέα, εκφράζουν τον Θεό ως την έσχατη κατάφαση, ως την μόνη πειθώ, μέσα στην «απείθεια» ενός κόσμου της ματαιότητας (. . .) και μοιάζει να ξεκινούν από το δοκίμιο «Αγάπη» (1950) όπου, κι εκεί κι εδώ, η πειθώ του Θεού υποστασιοποιείται μέσα στο βιωματικό γεγονός της αγάπης. Οι φιλοσοφικοί στοχασμοί του Δεύτερου Κύκλου ξεκινούν από την φοιτητική μαθητεία του Κωνσταντίνου Τσάτσου. Τότε, πιο τυπικοί, πιο συστηματικοί, πιο απρόσωποι, ανέρχονται στο βιβλίο αυτό σ` ένα καταυγαζόμενο υπερώο, εκείνο που υποδηλώνει ο Αντόρνο όταν λέγει πως η φιλοσοφία, πριν γίνει απλή μεθοδολογία, ήταν η «θεωρία της δίκαιης ζωής». (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]