Ο βομβαρδισμός και η κατάληψη της Κέρκυρας από τον ιταλικό στόλο το καλοκαίρι του 1923 είναι καταχωρημένα στην ελληνική και τη διεθνή ιστοριογραφία σαν ένα από τα πρώτα θερμά επεισόδια της περιόδου του Μεσοπολέμου. Το συγκεκριμένο γεγονός έχει πολλές εκφάνσεις και η σημασία του στο χώρο των διακρατικών σχέσεων και, γενικότερα σε εκείνον των διεθνών εξελίξεων, είναι πολυδιάστατη. Το επεισόδιο της Κέρκυρας απετέλεσε την αφορμή για να τεθούν για πρώτη φορά σε δοκιμασία τόσο η αξιοπιστία όσο και η αποτελεσματικότητα του νεότευκτου συστήματος συλλογικής ασφαλείας, έτσι όπως αυτό εκπροσωπείτο από την Κοινωνία των Εθνών (Κ.τ.Ε.). Πιο συγκεκριμένα, απεδείχθη, από πολύ νωρίς μάλιστα, πόσο μεροληπτικός ήταν ο τρόπος απονομής της δικαιοσύνης, όταν η διαφορά υφίστατο μεταξύ μίας Μεγάλης Δύναμης και ενός «μικρού» κράτους. Η αμηχανία με την οποία ενήργησε η Κοινωνία των Εθνών σε μία υπόθεση της δικής της, αποκλειστικά, δικαιοδοσίας, ήταν ένα πρώτο, ανησυχητικό μήνυμα για το κύρος του διεθνούς αυτού οργανισμού. Δυστυχώς, οι μετέπειτα εξελίξεις επιβεβαίωσαν τις αρχικές απαισιόδοξες προβλέψεις. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]