Ο θεμελιώδης προβληματισμός του παρόντος πονήματος επικεντρώνεται, ακριβώς, πάνω στην «περιβόητη» έννοια της «λογοτεχνικότητας». Εδώ, ότι νοείται και εκφράζεται ως «Λογοτεχνία» δεν αντιμετωπίζεται ως αυτοδιατιθέμενη οντότητα, η οποία επιβάλλεται αυτοδικαίως και κατανοείται με τους δικούς της όρους και για δικό της λογαριασμό. Απεναντίας, τα αποκαλούμενα «λογοτεχνικά κείμενα» εκλαμβάνονται ως χρήσιμοι φορείς τόσο για την επεξεργασία, όσο και για την εξεικόνιση της έννοιας της λογοτεχνικότητας· δηλαδή, εκείνου του ιδιαίτερου πεδίου, που καθιστά ένα ορισμένο έργο λογοτεχνικό. [. . .]
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]