Ο λόγος για την Ενορία φαίνεται να πυκνώνει όλο και περισσότερο. Σε άρθρα και μελέτες, σε ιερατικές συνάξεις και σεμινάρια, σε συζητήσεις Κληρικών ή Θεολόγων, το αίτημα για την αναβίωση του ενοριακού τρόπου συνυπάρξεως γίνεται επιτακτικό. Και τούτο, διότι αυτός είναι ο αυθεντικός τρόπος υπάρξεως του Εκκλησιαστικού Σώματος, κάτι που σώζεται, παρά τις μεταλλαγές και αλλοιώσεις των καιρών, στο κοινοβιακό μοναστήρι. Το ορθόδοξο - ρωμαίικο μοναστήρι, που σώζει το κοινοτικό πρότυπο του ρωμαίικου - ελληνορθόδοξου πολιτισμού, είναι το πρότυπο της `κοσμικής` ενορίας.
Ο ιερός Χρυσόστομος, ο μέγας Πατέρας της Ρωμηοσύνης, ερμηνεύοντας τον βίο των χριστιανών των Ιεροσολύμων μετά την Πεντηκοστή, δεν διστάζει να συνδέσει άμεσα τα Μοναστήρια με τη χριστιανική κοινωνία των Πράξεων (4, 32 κ.ε.): `Ούτως οι εν τοις μοναστηρίοις ζώσι νυν (στα τέλη του 4ου αιώνα), ώσπερ οι πιστοί` (εννοεί, των Ιεροσολύμων. 11η Ομιλία στις Πράξεις, κεφ. 3, PG. 60, 98). Ενορία και Κοινότητα, ως τους τελευταίους αιώνες, ταυτίζονταν οριακά και αλληλοπεριχωρούνταν.
Γι` αυτό και σήμερα, στην Pax Romana της Νέας Εποχής και της Νέας Τάξεως πραγμάτων, τα πιστά μέλη του εκκλησιαστικού σώματος επανανακαλύπτουν την Ενορία. Αυτό δηλώνει και ο τίτλος ενός βιβλίου, που συγκέντρωσε μελέτες ειδικών Θεολόγων της εποχής μας: `ΕΝΟΡΙΑ. Προς μία νέα ανακάλυψή της`. [...]
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]