(. . .) Θα ήταν, βέβαια, άδικο να ισχυριστούμε ότι από την πλευρά της Εκκλησίας υπάρχει πλήρης αδιαφορία ή ότι δεν υπάρχει κανενός είδους φροντίδα για αυτούς τους αναξιοπαθούντες αδελφούς μας. (. . .) Θα ήταν, άλλωστε, εξίσου άδικο να αγνοήσουμε και όσα αρνητικά σημάδεψαν στο παρελθόν τη συνάντηση της Χριστιανοσύνης με την Ψυχιατρική, όπως και την αμοιβαία εμμονή της Θεολογίας και της Ψυχιατρικής σε προκαταλήψεις και παρερμηνείες, οι οποίες υπονομεύουν μέχρι σήμερα το μεταξύ τους διάλογο. (. . .) Οι εντάσεις, που συσσωρεύτηκαν στο πέρασμα του χρόνου, οι διαφορετικές ανθρωπολογικές προϋποθέσεις, οι ετερογενείς επιστημολογικές προδιαγραφές και η επίδραση του νεωτερικού πνεύματος στις επιστήμες του ανθρώπου αποτελούν σοβαρά προβλήματα και εγείρουν αντικειμενικά εμπόδια σε αυτόν τον διάλογο. (. . .) Αυτήν την πρακτική διάσταση του διαλόγου μεταξύ Θεολογίας και Ψυχιατρικής επιθυμεί να προσεγγίσει αυτό το βιβλίο και αυτό το στόχο υπηρετεί η διάρθρωση του περιεχομένου του. (. . .)
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]