`Η λεγόμενη Ραζπουτάνα Ρόζενταλ της Αμαρυλλίδας δεν ήθελε με κανένα τρόπο να καθίσει στα γόνατα κανενός. Ήταν φαίνεται δαιμόνισσα μεταμφιεσμένη σε γυναίκα. Παρ` όλα αυτά, ο Τζων Τζιλκγκαμές με τα μαρούλια δεν το έβαζε κάτω, όπως βελάζουν τα πρόβατα... Την ακολούθησε μέχρι τέλους, μέχρι του σημείου εκκινήσεως απ` όπου οι δρομείς άρχιζαν να φεύγουν κατά εκατοντάδες. Και δωσ` του και προσπαθούσε να ξεπεράσει τον τελευταίο εαυτό του, δρομέα μεν, αλλά εις μάτην γιατί εκείνος πάντα μπροστά του βρισκόταν μασουλώντας ένα ξερό μπισκότο, όπως αυτά που μασουλάνε οι γάιδαροι στα χωράφια ή όπως οι ναυτικοί στην καντίνα του πλοίου όταν τους ανακρίνουν για κάτι που δεν έκαναν και που περιείχε η βαλίτζα του πρώτου. Ο δεύτερος έβαζε το χέρι του στη φωτιά πως ήταν ανδρογύναιο πρωτόβγαλτο, όπως ο Ενκιντού, το ενεργούμενο εκείνο της στέππας. Επρόκειτο προφανώς για μια σεξουαλική μύηση στην αφάνεια του σκοτεινού δασύλλιου. Η οπισθολατρεία της θηλυκής θεότητας ακολουθούσε τους κανόνες. Γιατί όχι`.
Από το 1947, χρονιά που ο Νάνος Βαλαωρίτης εξέδωσε την `Τιμωρία των Μάγων`, το πρώτο του βιβλίο, μέχρι και σήμερα, μετά από 58 χρόνια αδιάκοπης πάλης με την έκφραση, το έργο του βρίσκεται χωμένο στις πιο απίθανες γωνιές της εκδοτικής μας ιστορίας, σαν ένας από τους εξωφρενικούς ήρωες της προσωπικής του μυθολογίας. Πετάγεται ξαφνικά μπροστά στον αναγνώστη κι αφηγείται εκτός από τα Γραπτά, την ιστορία κάθε Γραπτού. Είναι κι αυτό ένα παιχνίδι, ένα παιχνίδι Γραφής: το έργο σαν το πρώτο πρώτο ιερογλυφικό, χαραγμένο στην πέτρα για την οποία μιλά το έργο. Η ζωή σαν μια πράξη Γραφής.
Σαν μια πράξη Γραφής θα πρέπει να γίνει κατανοητή και η απόφαση των εκδόσεων ΗΛΕΚΤΡΑ να `συγκεντρώσουν` το έργο του Νάνου Βαλαωρίτη, σαν ζωτική αφήγηση μιας νέας ιστορίας, με νέους ήρωες και νέα γεγονότα. Το `Πρώτο Κεφάλαιο` αυτής της ιστορίας είναι ο παρών τόμος.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]