0 Γιώργος Τζαβέλλας είναι ο δημιουργός μυθικών ταινιών, όπως "Ο μεθύστακας", "Η κάλπικη λίρα", "Η δε γυνή να φοβήται τον άνδρα", που αποδεικνύουν τψ αντοχή τους όταν συναντώνται με το κοινό, στις τηλεοπτικές, πια, προβολές τους. Ωστόσο, παραμένει, ουσιαστικά, ένας έλληνας κινηματογραφιστής που τον τυλίγει η σιωπή και η λησμονιά. Δεν είναι ασφαλώς ένας άγνωστος σκηνοθέτης, που το έργο του προσεγγίζεται σήμερα σαν terra incognita· αναμφισβήτητα, όμως, η αναγνώρισή του απ τον εγχώριο κινηματογραφικό κόσμο εξαντλείται περισσότερο, όαο περνούν τα χρόνια, σε μια νοσταλγική και, εν τέλει, μουσειακή αποδοχή, που συσκοτίζει την αξία και το μέτρο του.
Γι` αυτό επιχειρούμε φέτος μια συνολική επαφή με το έργο ενός απαιτητικού δημιουργού, που εργάστηκε εμπνευσμένα, συστηματικά και με μοναδική αποτελεσματικότητα μέσα στα δύσκολα χρόνια της μεταπολεμικής Ελλάδας. Στα πλαίσια αυτής της προσπάθειας, που συμπεριλαμβάνει μια αναδρομή -οργανωμένη, πιστεύουμε, με πληρότητα και φροντίδα (με νέες κόπιες πολλών ταινιών και την προβολή της ταινίας "Πρόσωπα λησμονημένα", η οποία εθεωρείτο μέχρι πρότινος χαμένη- φιλοδοξούμε να επαναξιολογήσουμε την προσωπικότητα ενός σκηνοθέτη που πρώτος πλησίασε την έννοια του λαϊκού κινηματογράφου και πρώτος τόλμησε και συγκρότησε (στην Αντιγόνη) μια ολοκληρωμένη άποψη για το πώς μεταφέρεται στην οθόνη η αρχαία τραγωδία.
Αυτοδίδακτος κινηματογραφιστής και παθιασμένος κινηματογραφόφιλος της εποχής του, ο Τζαβέλλας έδωσε πνοή σε παραδοσιακά κινηματογραφικά είδη, όπως το κοινωνικό μελό και η πικρή κωμωδία. Έπλασε, με τη βοήθεια σπουδαίων ηθοποιών, χυμώδεις χαρακτήρες, καθημερινούς τύπους, αξέχαστες φιγούρες που ποτίζονται απ την τρυφερότητα και την ευαισθησία του. Οι ταινίες του φανερώνουν μαστοριά και μεράκι, κι απομακρύνονται ταυτόχρονα απ` τη γραφικότητα και την ηθικολογία που ταλαιπώρησαν τον ελληνικό κινηματογράφο.
Αυτόν τον Τζαβέλλα, τον προδρομικό δημιουργό του εγχώριου κινηματογραφικού πολιτισμού, ξανασυναντάμε και προσπαθούμε να επανεκτιμήσουμε σήμερα, θεωρώντας πως το άνοιγμα μιας νέας συζήτησης θα καθαρίσει το τοπίο απ` τους φανατισμούς και τις απαρνήσεις του παρελθόντος, και θα γονιμοποιήσει, μακριά από διαστρεβλώσεις και υπεραπλουστεύσεις, τους προβληματισμούς για την πορεία του ελληνικού κινηματογράφου.
(από τον πρόλογο του Μιχάλη Δημόπουλου)