Η υποδοχή από το αναγνωστικό κοινό του Γαλλοελληνικού Λεξικού που είδε το φως της δημοσιότητας το 1995 και έχει ήδη σημειώσει πολλές επανεκτυπώσεις, υπήρξε εντυπωσιακή. Προϊόν μακράς και επίπονης εργασίας δυο πανεπιστημιακών δασκάλων με πλούσια εμπειρία στη διδασκαλία των γλωσσών και τη μεταφραστική διαδικασία, το Λεξικό αυτό χάραξε με τη μεθοδολογία του νέους δρόμους στη Λεξικογραφία και κάλυψε, κατά γενική ομολογία, ένα μεγάλο κενό στη σχετική βιβλιογραφία.
Οι εγγενείς δυσχέρειες του εγχειρήματος αυτού έγιναν εντονότερες από τη σχεδόν παντελή έλλειψη κατάλληλων λεξικών της νέας ελληνικής γλώσσας στις αρχές της δεκαετίας του ` 80. Αντίθετα, η γαλλική γλώσσα είχε ενωρίς κωδικοποιηθεί και αποτυπωθεί σε έγκυρα λεξικά τα οποία αποτελούν πολύτιμο εργαλείο εργασίας για τον λεξικογράφο. Παράλληλα, τα γαλλοελληνικά λεξικά που είχαμε τότε στη διάθεσή μας έπρεπε να χρησιμοποιούνται με ιδιαίτερη προσοχή, γιατί ή ήσαν απαρχαιωμένα ή περιορίζονταν στην απλή παράθεση αποδόσεων στην Ελληνική των γαλλικών λέξεων, χωρίς παράδειγμα, φράσεις, ιδιωματισμούς και διάκριση γλωσσικών επιπέδων, ώστε να καθίσταται σχεδόν αδύνατη η επιλογή του κατάλληλου όρου στο συγκεκριμένο νοηματικό περιεχόμενο.
Στην περίπτωση, όμως, της σύνταξης του Ελληνογαλλικού Λεξικού, το οποίο κυκλοφόρησε το 2002, η προσπάθεια μας διευκολύνθηκε από την εν τω μεταξύ έκδοση εξαιρετικών λεξικών της ελληνικής γλώσσας, εφάμιλλων των ευρωπαϊκών, που μπορούν να θεωρηθούν ως οριστική επιστημονική κωδικοποίηση όλων των επιπέδων του γραπτού και του προφορικού νεοελληνικού λόγου. Η νέα αυτή συγκυρία αλλά και η έκταση του Ελληνογαλλικού Λεξικού κατέστησαν επιτακτική την ανάγκη αναθεώρησης της πρώτης έκδοσης του Λεξικού μας, ώστε να περιληφθούν περισσότερες γαλλικές λέξεις και τεχνικοί όροι, να αναδιαρθρωθούν τα μεγάλα λήμματα, να αποφευχθούν επαναλήψεις και να διορθωθούν λάθη, παροράματα, παραλείψεις.
[Απόσπασμα από το κείμενο του προλόγου]