Ένας πατριώτης μου, ο μακαρίτης Διονύσης Ζήζος, πολύ ιδιόρρυθμος άνθρωπος και φιλόσοφος sui generis, δημοσίευσε κάποτε σε βιβλίο την αυτοβιογραφία του. Για ποιο λόγο; Τι είχε κάνει, για να νομίζη πως ενδιαφέρεται κανένας για τη ζωή του; Τίποτ` απολύτως. Έτσι, στα καλά καθούμενα, έγραψε και τύπωσε την αυτοβιογραφία του. Στον πρόλογό της όμως τη δικαιολογεί με τον παράξενο ισχυρισμό, πως κάθε άνθρωπος, ό,τι κι` αν είνε, ό,τι κι` αν κάνη, έχει χρέος, σα μέλος της κοινωνίας, άμα συμπληρώση τα πενήντα του χρόνια, να δώση λόγο στην κοινωνία, ναπολογηθή για τα πεπραγμένα της ζωής και να δικαιωθή.
Μόνο αν παραδεχόμουν τον ισχυρισμό αυτόν του Ζήζου για το χρέος `κάθε ανθρώπου που συμπλήρωσε τα πενήντα του χρόνια`, θαποφάσιζα κι` εγώ να γράψω τη ζωή μου. Γιατί δεν θα φανταζόμουν πως ενδιαφέρεται κανένας άγνωστός μου και μακρυνός μου γι` αυτήν. Τι σημαίνει αν έγραψα μερικά μυθιστορήματα και θεατρικά έργα που άρεσαν; Ο αναγνώστης, που ευχαριστείται όταν διαβάζη ένα βιβλίο ή βλέπη μια παράσταση, αρκείται σ` αυτή την ευχαρίστηση, και τυπικά μόνο ρωτά για τον συγγραφέα που κατά βάθος του είνε αδιάφορος. Μερικοί, που γι` άλλους λόγους, μπορεί να ενδιαφέρωνται γι` αυτόν, αδιαφορούν κατά βάθος για το έργο του, απλούστατα γιατί δεν αισθάνονται την ευχαρίστηση ενός αγνού αναγνώστη ή θεατή.
Το `επάγγελμα` τους έχει κάνει αναίσθητους κι` ανίκανους. Γι` αυτούς μόνο θάγραφα τη ζωή μου; Ποτέ! Τους αγαπώ τόσο λίγο κι αισθάνουμαι τόσο χαλαρό το δεσμό μου μαζί τους!... [...]