Ο «Απόκοπος» γράφτηκε στα τέλη του ΙΕ΄ αιώνα και ήταν το πρώτο κείμενο σε νέα ελληνική γλώσσα που τυπώθηκε στη Βενετία, το 1519. (Ο παράξενος τίτλος προέρχεται από τον πρώτο στίχο του ποιήματος). Αγαπήθηκε ιδιαίτερα και ανατυπώθηκε πολλές φορές. Ο ποιητής Μπεργαδής διηγείται μια επίσκεψη στον Άδη που είδε σε όνειρο και τη συνομιλία του με δύο νεκρούς νέους. Ο σκοπός δεν είναι η εποικοδομητική διδασκαλία, όπως θα νόμιζε κανείς, αλλά η έμμεση έξαρση του παροδικού φαινομένου της ζωής με την υποβλητική περιγραφή του θανάτου ως απουσίας από τον όμορφο κόσμο και από τη μνήμη των ζωντανών. Το έργο συνδυάζει στοιχεία δυτικά, βυζαντινά - ανατολικά και ελληνικά - δημοτικά. Η γλώσσα, ανάμεικτη με λόγια στοιχεία, είναι εκφραστική και ο στίχος πυκνός και σχεδόν πάντα άψογος. Τον «Απόκοπο» θαύμαζαν ο Δημ. Βερναρδάκης, ο Κ. Παπαρηγόπουλος, ο Λασκαράτος και ο Παλαμάς.
Το ποιμενικό ειδύλλιο «Βοσκοπούλα» γράφτηκε από άγνωστο ποιητή στην Κρήτη γύρω στα 1600, σε εποχή κατά την οποία το λογοτεχνικό αυτό είδος, αναγεννημένο από τη μίμηση των αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων βουκολικών, ανθούσε σ’ ολόκληρη την δυτική Ευρώπη. Ο μύθος είναι συμβατικός και ίσως προέρχεται από κάποιο ανάλογο ιταλικό έργο, μεταφέρθηκε όμως με πολλή τέχνη στο κρητικό γλωσσικό ιδίωμα και πήρε ζωή και πειστικότητα. Συμβατικό είναι και το εκούσια λιτό και απλοϊκό ύφος. Η «Βοσκοπούλα» τυπώθηκε για πρώτη φορά το 1627 στη Βενετία και έγινε γρήγορα αγαπητό λαϊκό ανάγνωσμα. Έζησε ως τις μέρες μας στα νησιά του Αιγαίου και στην Κρήτη παραλλαγμένη σε δημοτικό τραγούδι.
[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]