Αυτή, λοιπόν, τη γλώσσα μας τη Νεοελληνική, τη Δημοτική δηλαδή, που λέγεται και Κοινή Νεοελληνική, καλούμαστε και από την επιστήμη και από τις κοινωνικές μας ανάγκες και από το Νόμο να θεραπεύσουμε. Είναι η σημερινή μορφή της ελληνικής γλώσσας, όπως αυτή εξελίχθηκε/διαμορφώθηκε διαχρονικά στο στόμα και στη γραφίδα των Ελλήνων. Είναι δηλαδή η αρχαία ελληνική γλώσσα στη σημερινή της μορφή. Γιατί η σημερινή μας γλώσσα δεν είναι εγγονή ή θυγατέρα της αρχαίας ελληνικής, παρά η ίδια η αρχαία ελληνική μεταπλασμένη (φωνολογικά, μορφολογικά, σημασιολογικά και συντακτικά) από το χρόνο, τις κοινωνικές ανάγκες και τη χρήση. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της ελληνικής γλώσσας είναι τα γλωσσικά επίπεδά της (γλωσσικές ποικιλίες) τα οποία στοιχούν σε κοινωνικά επίπεδα. Μιλούμε, άλλωστε, με διαφορετικό τρόπο, σε διαφορετικό χρόνο, σε διαφορετικό τόπο, με διαφορετικά πρόσωπα για διαφορετικά θέματα (όλα εξαρτώνται από το ποιος μιλάει, σε ποιον, με ποιο θέμα και για ποιο λόγο). Έτσι η γλώσσα μας λειτουργεί με πλήθος γλωσσικές ποικιλίες, γεωγραφικές (ιδιώματα, διάλεκτοι) και κοινωνικές (ειδικές γλώσσες κλπ.). Σκοπός μας είναι η μελέτη ολόκληρου αυτού του γλωσσικού θησαυρού και η αξιοποίησή του κατά τις κοινωνικές και επικοινωνιακές περιστάσεις/συνθήκες. Μία από αυτές τις γλωσσικές ποικιλίες είναι εκείνη την οποία καλλιεργούμε στο σχολείο.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]