Τη νέα αττική κωμωδία του Μενάνδρου και των ομοτέχνων του διέσωσαν με τις μεταφράσεις και τις διασκευές τους ο Πλαύτος και ο Τερέντιος. Ο πρώτος είναι γνωστός για το πηγαίο και άφθονο γέλιο των έργων του και τη γλωσσοπλαστική του δύναμη. Ο Τερέντιος ξεχωρίζει για τη δραματικότητα της πλοκής, τη φυσικότητα των υποθέσεών του, την ψυχογραφική του δύναμη. Θίγει θέματα οικογενειακά, παιδευτικά, συνείδησης, και αντικατοπτρίζει στις κωμωδίες του τη νοοτροπία της μορφωμένης ρωμαϊκής αστικής τάξης του 2ου αιωνα π.Χ., με τη βαθμιαία διείσδυση των ελληνιστικών ανθρωπιστικών αξιών. «Μας παρουσιάζει ευγενικούς αφέντες, πιστούς δούλους, στοργικούς γονείς και παιδιά, ακόμα και καλόκαρδες εταίρες» (W. Beare). Την ίδια ελληνική επίδραση εκφράζουν και η καλλιεργημένη γλώσσα και το ύφος των έργων του.
[Απόσπασμα από το κείμενο στο οπισθόφυλλο της έκδοσης]