Μετά τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους οικοδομήθηκαν δύο Ελλάδες: η σύγχρονη Ελλάδα ως εθνικό κράτος του 19ου αι., που ακολούθησε με τους ρυθμούς του την τροχιά του ευρωπαϊκού εκσυγχρονισμού και μία αρχαία Ελλάδα, η οποία μέσα από το ενδιαφέρον της ευρωπαϊκής αρχαιολογίας - αρχαιογνωσίας και μέσα από την αρχαιολογική έρευνα-ανασκαφές άρχισε να αναδύεται από το ελληνικό υπέδαφος. Δύο Ελλάδες που, τελικά, ήταν μία, αφού η σύγχρονη ανακαλούσε σταθερά την αρχαία και η αρχαία λειτουργούσε ως διαμορφωτής της σύγχρονης εθνικής ταυτότητας. Αυτό το αέναο "παιχνίδι" της ανάμιξης, της σύμφυσης, βρήκε την έκφρασή του στην έννοια της Αναβίωσης του Κλασικού. Μπορούμε να μελετήσουμε τον 19ο αιώνα, αλλά και εν μέρει τον 20ο, μέσα απ` αυτό το πρίσμα. Η αρχαία Αθήνα, που έγινε πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους, η περιφρούρηση και ανάδειξη της αρχαίας κληρονομιάς, η αναβίωση της δημοκρατίας στο απόγειο του αρχαιοελληνικού πνεύματος, η αναβίωση των Ολυμπιακών αγώνων, αλλά ακόμα ο νεοκλασικισμός, η έκθεση γλυπτών σε δημόσιους χώρους, μια πρακτική προσέγγιση στη βυζαντινή και οθωμανική περίοδο είναι μερικές επιλεκτικές όψεις αυτής της διεργασίας. Όλα αυτά, όμως, είναι όψεις της αναβίωσης και γνωριμίας του αρχαίου ελληνικού πνεύματος ως σημείο αναφοράς της σύγχρονης ευρωπαϊκής αναζήτησης.
[...] Αυτό το μίγμα, πολλές φορές αντιφατικό, του αρχαίου και του νέου, της αποκατάστασης και της αναβίωσης, της προβολής στο παρελθόν κια της προβολής στο μέλλον, επιχειρεί να παρουσιάσει το ανά χείρας λεύκωμα.