Νυμφαίο Φλωρίνης, Πάνορμος Τήνου, Αμπελάκια Θεσσαλίας, Πάπιγκο Ζαγορίου, Μακρινίτσα Πηλίου, Οία Σαντορίνης. Έξι ιστορικές κοινότητες, έξι μοναδικά δείγματα παραδοσιακής αρχιτεκτονικής σε έξι διαφορετικά φυσικά περιβάλλοντα:
Το Νυμφαίο, η Νιβεάστα, η Νύμφη η Αθέατη και η Χιονάτη των Βλάχων πολεμιστών που, κυνηγημένοι από τους Οθωμανούς, την θεμελίωσαν στο απάτητο Βίτσι στα τέλη του 14ου αιώνα, η πατρίδα των ξακουστών χρυσικών της Νέβεσκας και των εμπόρων του καπνού και του βαμβακιού σε Ευρώπη και Ανατολή, των ευεργετών που κόσμησαν τη γενέτειρά τους με έργα πολιτισμού και αρχοντικής απλοχεριάς, το Νυμφαίο που ανασύρθηκε από το βέβαιο χαμό χάρη στο μεράκι και τη γενναιοδωρία κάποιων σύγχρονων Νιβεστιάνων και αναστήθηκε ολόιδιο στο απέραντο πράσινο των βουνών του.
Ο Πάνορμος, στην Εξωμεριά, τη βορειοδυτική απόληξη της Τήνου - πέντε χωριά μια κοινότητα, ομορφοχτισμένα χωριά, διατηρημένα με σεβασμό στην παλιά φυσιογνωμία τους, με παλαιότερο ανάμεσά τους τον Πύργο, και πιο ξακουστό για τους περίφημους γλύπτες του και τους ονομαστούς μαρμαροτεχνίτες, οικογένειες ολόκληρες καλλιτεχνών, που η σμίλη τους λάξεψε σε μάρμαρο την αρχιτεκτονική κατατομή της νεοελληνικής πρωτεύουσας και τα στολίδια τόσων και τόσων άλλων τόπων, όπου υπήρχαν κοινότητες Ελλήνων, στα Βαλκάνια, τη Μικρά Ασία, την Αλεξάνδρεια, την Οδησσό.
Τα Αμπελάκια, που οι απαρχές τους ανάγονται στον 16ο αιώνα και που τα αρχοντόσπιτά τους μαρτυρούν τις λαμπρές μέρες οικονομικής ευρωστίας και πνευματικής άνθησης στα τέλη του 18ου αιώνα και τις αρχές του 19ου, ατενίζουν στοχαστικά την κοιλάδα των Τεμπών πάνω από την κατάφυτη κυματιστή πλαγιά του βορειοδυτικού Κισσάβου.
Το Πάπιγκο, που μνημονεύεται σαν συγκροτημένος οικισμός σε βυζαντινό χρυσόβουλλο του 1352, απλώνει τα λιθόστρωτα καλντερίμια του, τις γειτονιές με τα όμορφα πετρόχτιστα, τις παλιές εκκλησιές, τα σχολεία και τις καμαροσκέπαστες βρύσες του κάτω από τον πελώριο βράχο της Αστράκας, στις δυτικές υπώρειες της Τύρφης, και, με το φαράγγι του Βίκου στα πόδια του, αφηγείται ιστορίες αυτονομίας από το Βιλαέτι των Ζαγορισίων κι από ξενιτεμούς στις παραδουνάβιες ηγεμονίες.
Η Μακρινίτσα, το `Μπαλκόνι του Πηλίου`, που ξεκίνησε σαν μια μικρή συστάδα σπιτιών γύρω από το μοναστήρι της Παναγίας της Μακρινίτσας, στις αρχές ίσως του 13ου αιώνα, κι έφτασε στα τέλη του 18ου, να είναι πρώτο σε πλούτο και σε πληθυσμό ανάμεσα στα 24 πηλιορείτικα χωριά και πρωτεύουσα των βακουφιών, με τα γεροδεμένα πυργόσπιτα και τις ομορφοκλησιές της, τα τοξωτά πετρόχτιστα γεφύρια της, τις πλατείες και τα λιθόστρωτά της, μια αρχιτεκτονική μοναδικότητα, ένα λιθοσκάλιστο στολίδι αγκαλιασμένο με την καταπράσινη φύση του βουνού των Κενταύρων.
Η Οία, που θεμελιώθηκε ίσως και πριν από το 1650 -το βορειότατο από τα πέντε φράγκικα καστέλια της Σαντορίνης, με την ευθύνη να εποπτεύει τη βόρειο είσοδο στην Καλντέρα-, ξεφυλλίζει αναμνήσεις ναυτικής ακμής και οικονομικής ευμάρειας και απολαμβάνει το φως της δύσης από τα δώματα των υπόσκαφων σπιτιών του, που ακροπατούν στα πρανή του αρχαίου ηφαιστείου.
Ζωντανά μνημεία από το πέρασμα των γενεών του ανθρώπου.
[Απόσπασμα από το κείμενο της εισαγωγής της έκδοσης]